Μία από τις μεγαλύτερες χριστιανικές εορτές στον κόσμο είναι τα Χριστούγεννα. Τι ισχύει ακριβώς για τον εορτασμό αυτής της ημέρας; Πλέον δεν είναι καθόλου περιττό να αποδειχθεί πως οι άνθρωποι δε βρίσκουν κανέναν αναπαμό και η «κατάθλιψη των Χριστουγέννων» είναι πια τρόπος ζωής. Δυστυχώς η ίδια η καθημερινότητα των ανθρώπων επιβεβαιώνει πως ακόμη υπάρχει πίστη στη λύτρωση της ψυχής… μέσω του κενού.
Είναι η πιο ωραία εποχή του χρόνου. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο επιλέγεται η παράτασή της. Τα Χριστούγεννα όμως δεν χωράνε σε χρονικά περιθώρια και σίγουρα η μορφή που τους προσδίδεται δε διαρκεί όσο θα επιθυμούσαμε. Η μορφή που αγοράζουμε είναι πέρα για πέρα φτηνή και η ειρωνεία είναι πως τη χρυσοπληρώνουμε, για να καταφέρουμε να ευτυχήσουμε. Οι άνθρωποι «καταζητούν την ευτυχία» και προσπαθούν να την αποκτήσουν με κάθε τρόπο. Η ζωή τους όμως είναι στιγμές. Ίσως όχι μόνο, αλλά κυρίως στιγμές. Αυτές οι κοφτές ματιές του χρόνου έρχονται και φεύγουν τόσο γρήγορα, διότι η φύση το επιβάλλει να ακινητοποιούν τον άνθρωπο μόνο για λίγο. Οι στιγμές όμως δεν είναι πάντα αρκετές ή είναι ανύπαρκτες, επομένως (κατ)αναλώσιμες.
- Υπάρχει προσωπική πληρότητα;
Η τωρινή ικανοποίηση μάλλον δεν αρκεί. Φυσικά και είναι αναγκαίοι οι εξωτερικοί, γιορτινοί παράγοντες. Χωρίς αυτούς δεν θα ήταν δυνατόν να συνυπάρξει η στιγμή με την αιωνιότητα. Αυτό είναι θεμιτό, κατανοητό και απολύτως σεβαστό. Όμως αν αυτό το χαμόγελο σβήσει μετά από το πέρας της γιορτής; Τότε μάλλον δεν εορταζόταν εγκάρδια. Γι’ αυτό και το εν λόγω χαρούμενο συναίσθημα έχει ζωή μικρής διάρκειας. Όταν δεν υπάρχει κάποιου είδους ανάπαυσης, τότε γίνεται λόγος για παροδικότητα. Όταν ουσιαστικά δεν εξαφανίζεται το χάσμα, τότε οι στιγμές αδυνατούν να αναχθούν σε συνέχεια. Όταν δεν υπάρχει βαθύτερη συναίσθηση της χαρμονής, τότε η οδύνη βρίσκεται κοντά. Ίσως πρέπει τελικά «να αναζητηθεί η πραγματική ευτυχία». Μόνο έτσι μπορεί να αναδυθεί, μέσω της επίκαιρης χαράς, η παντός καιρού χαρμοσύνη. Η αναγνώριση του ρήγματος στον ζωτικό κορμό της ανθρώπινης ύπαρξης πρέπει να είναι το πρώτο εξεταζόμενο στοιχείο. «Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η αθανασία.» (Ασκητική, Νίκος Καζαντζάκης). Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να ακινητοποιήσει κάποιος την αιωνιότητα και πώς γίνεται να κινητοποιηθεί προς αυτήν;
Η έννοια αυτής της λέξης δεν είναι ανέγγιχτη και σίγουρα δεν είναι απρόσωπη. Παρόλα αυτά ο άνθρωπος, συνήθως, αναγκάζεται να υπομείνει πολλά ποσοτικά και καταλήγει να ανυπομονεί για λιγότερα ποιοτικά. Τα δε τελευταία, όποτε τα αγγίζει, προσπαθεί να τα αφαιμάσσει σε περιεχόμενο με στόχο την ικανοποίηση. Η εμπειρία μιας ευχάριστης στιγμής είναι ποθητή. Πολλές φορές όμως η πνευματική και η σωματική επιτάχυνση προς αυτή την κατεύθυνση μονάχα κορεσμό μπορεί να αποδώσει. Οι πρόωροι στολισμοί, το επαναλαμβανόμενο άκουσμα τραγουδιών, η συχνή δοκιμή γλυκών, η διοργάνωση τραπεζιών, το κλείσιμο των διακοπών, η συνήθεια των δαπανών και γενικότερα οι άκρατες και ανεξέλεγκτες απολαύσεις αφαιρούν δικαιωματικά από τα Χριστούγεννα το πραγματικό τους νόημα. Ακόμη και οι ευχές έχουν ριθφεί σε ένα αφιλτράριστο ανταλλακτήριο και διατυπώνονται χωρίς καμία απολύτως συνείδηση. Ποιός άλλωστε θα ήταν σε θέση να εκτιμήσει τα Χριστούγεννα, εάν η προετοιμασία του δεν άξιζε, αν δεν τέθηκαν δηλαδή οι επιθυμίες του σε παύση, σε υπομονή ή σε δοκιμή;
Ο χρόνος μπορεί να είναι πολλά, κλέφτης όμως δεν είναι (Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, Λιούις Κάρολ). Παρόλα αυτά αντιμετωπίζεται σαν αρχιληστής, ο οποίος περιμένει πότε θα είναι αδύναμος ο άνθρωπος, για να του αρπάξει την ευτυχία από το τσεπάκι.
Ο χρόνος είναι ένα από τα ωραιότερα δώρα προς την ανθρωπότητα. Χωρίς αυτόν σίγουρα θα επικρατούσε το τίποτα. Η -εσκεμμένη- επιταχυντική πρακτική για τον χρόνο μονάχα τα αντίθετα αποτελέσματα μπορεί να φέρει. Η αγνόηση του χρόνου μόνο σε αδιέξοδο μπορεί να οδηγήσει. Η λανθασμένη εντύπωση πως ο χρόνος μπορεί να εξαπατηθεί, απλώς παρατείνει το αμείλικτο τέλος του. Η ειρωνεία των καιρών μας είναι πως πράγματι υπάρχει ένα συναισθηματικό κενό, το οποίο έχει αποκτήσει την κακιά συνήθεια του τιτάνα Κρόνου και καταπίνει, σχεδόν, κάθε ανθρώπινη ζωή. Έως πότε όμως θα τρέφεται αυτό το θηρίο; Άγνωστο. Οι λέξεις «ποτέ» και «πάντα» είναι σχεδόν απαγορευμένες, αλλά είναι και αδύνατον να συνδυαστούν σε μια πρόταση, αδύνατον να αποδώσουν ένα ολοκληρωμένο, μη αντιφατικό νόημα στη συνύπαρξη τους.
Ο χρόνος βέβαια δεν κλέβει στιγμές από τους ανθρώπους, αλλά τις χαρίζει. Ο χρόνος δεν βιάζεται και φυσικά δεν περιμένει. Ο χρόνος δεν θέλει να ξεγελάσει τη ροή της ιστορίας, τη βιώνει. Ο χρόνος ικανοποιείται από τη δυνατότητα του για προσφορά. Ο χρόνος είναι αναλλοίωτος, απτόητος, αλλά και τετελεσμένος. Πως αξιοποιείται; Αναλόγως το πως αξιολογείται. Συχνά οι άνθρωποι δεν προσμετράνε την αξία του χρόνου με ποιοτικά κριτήρια, γι’ αυτό και καταλήγουν να πέφτουν στον κενό οισοφάγο του Κρόνου.
Η βαθύτερη ανάγκη της ανθρωπότητας για βίωση πραγματικών συναισθημάτων έχει μεγαλύτερη ισχύ από όση θεωρείται, όμως οι άνθρωποι ακολουθούν τη λάθος κατεύθυνση προς την εκπλήρωση της. Η επιθυμία για το ρήμα «χαίρω» και «ευφραίνομαι» έχει καταλήξει να είναι το κίνητρο για ανεδαφικές προσεγγίσεις και φρούδες ελπίδες. Εάν τα ερείσματα της χαράς είναι γήινα, τότε πως ακριβώς θα κατορθωθεί η «ἀεί ανερχόμενη» και διαρκής (Συμπόσιον, Πλάτωνας) ανέλιξη; Οι συνήθειες των ανθρώπων συχνά φανερώνουν τις ενδότερες σκέψεις τους. Συγκεκριμένα, αν ένας άνθρωπος βιάζεται να ευχαριστηθεί «εις τα επίγεια» και ταυτόχρονα θέλει να διατηρήσει στη ζωή αυτή την ευχαρίστηση, περισσότερο από όσο η ίδια αντέχει, τότε μάλλον κάτι δεν βαίνει καλώς. Το πιο πιθανό είναι πως δε θα νιώσει το συναίσθημα που τόσο αποζητούσε και δε θα συναισθανθεί και κανένα άλλο συναίσθημα από το περιβάλλον του. Η διεκπεραίωση της γιορτινής περιόδου θα αποτελέσει το βασικό κατηγόρημα για τη δυστυχία του. Όταν ένας άνθρωπος (βαριά, ανά) στενάζει και κατηγορεί τον περίγυρο για αυτόν τον υποβιβασμό, τότε σίγουρα δεν αναπνέει ελεύθερα. Η απληστία είναι ο χειρότερος σύντροφος σε μια χρονική περίοδο όπου το φως της αγάπης μπορεί να ξεκλειδώσει τις Πύλες της ευτυχίας.
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, γνωστός για τους τίτλους παραμυθιών και για τα ηθικά διδάγματα τους, σύγγραψε δύο έργα κολοσσούς για την αγάπη. Το πρώτο είναι «Η Βασίλισσα του Χιονιού», το δεύτερο είναι «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» και ηθικοποίηση των συγκεκριμένων έργων συνδέεται άμεσα με τα Χριστούγεννα.
Κάποτε η Βασίλισσα του Χιονιού πάγωσε τη ματιά και την καρδιά του Κάι, ενός μικρού, αθώου αγοριού, του καλύτερου φίλου της Γκέρντα. Σήμερα η απανθρακοποίηση της ανθρωπιάς έχει ψυχράνει και τις πιο ζεστές καρδιές. Η Γκέρντα ήταν υπόδειγμα καλοσύνης και πηγαίου κουράγιου. Εκείνη αγνοώντας και ξεπερνώντας τις δυσκολίες και τα εμπόδια που συνάντησε, ταξίδεψε μέχρι την άκρη της γης για να βρει το φίλο της. Η Γκέρντα κατάφερε να σώσει τον Κάι μέσω της καλοσύνης της, ενώ η αποφασιστικότητα της αγάπης της είναι ανεπανάληπτη σε όλο το συγγραφικό κόσμο των παραμυθιών. Το ερώτημα είναι, πόσοι άνθρωποι θα το έκαναν αυτό;
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα ήταν το θύμα τόσο της οικογένειάς της όσο και της κοινωνίας που ζούσε. Μεγαλώνοντας σε μια πόλη όπου το ψύχος έχει κατακλύσει τις ψυχές των ανθρώπων, το κορίτσι δεν είχε που την κεφαλή κλίναι. Σηκώνοντας στους ώμους της ένα βάρος που δεν της αναλογούσε, μαχόταν για την επιβίωση της. Δεν εδέησε κάποιος να της προσφέρει μια χείρα βοηθείας αλλά το κορίτσι δεν έχασε την ελπίδα του. Τα πεφταστέρια ήταν η μοναδική διέξοδος και η σωσίβια λέμβος της. Το κορίτσι ήταν και είναι ένα παράδειγμα ανεξήγητης υπομονής, υπεράνθρωπης αντοχής και ουσιαστικής πίστης. Το κορίτσι δεν έχασε ποτέ την πίστη του, γι’ αυτό και βρέθηκε κοντά στον Θεό.
Οι κοινωνίες του Άντερσεν έχουν υπολείμματα στη σύγχρονη εποχή. Δυστυχώς, το έλεος δεν λιώνει πια τις παγωμένες καρδιές και το χαμόγελο ίσως δεν αρκεί για να ισιώνει τα χ(ε)ίλια στραβά, που διαγράφονται στα σκυθρωπά πρόσωπα. Η πίστη είναι κάτι κακό πλέον, είναι μια δυσπιστία. Οι τρείς προαναφερθείσες αρετές βασίζονται σε ένα και μόνο συναίσθημα.
Η αγάπη ήταν αυτή που έδωσε δύναμη στην Γκέρντα και το κοριτσάκι.
Η αγάπη είναι αυτή που θα σώσει όλους τους ανθρώπους.
Η αγάπη είναι ο «γάμος» των λέξεων «ποτέ» και «πάντα».
Ο Χριστός είναι το πρόσωπο της στιγμής και της αιωνιότητας. Η γέννηση του είναι αυτή ακριβώς η αιώνια στιγμή. Η έκκληση προς το συνεορτασμό ουρανού και γης δεν είναι τυχαία. Πολλοί μεν οι κλητοί, ολίγοι δε οι εκλεκτοί. Η δυνατότητα όμως να γίνουμε όλοι εκλεκτοί, αν μη τι άλλο είναι εκπληκτική. Η γέννηση αυτού του προσώπου, που αγαπά τον άνθρωπο περισσότερο από ότι ο ίδιος τον εαυτό του, είναι η πηγή της αληθινής χαράς. Δέχθηκε να γεννηθεί, να μεγαλώσει, να εργαστεί, να διδάξει, να αφυπνίσει, να κατηχήσει, να σώσει, να υπερασπιστεί, να βασανιστεί, να σταυρωθεί και να πεθάνει στα χέρια του πλάσματος Του με σκοπό να αναστηθούν μαζί. Ποιος θα μπορούσε να αγαπήσει τόσο αγνά και αληθινά το δολοφόνο του; Δεν θα είμαστε «ποτέ» ευτυχισμένοι χωρίς Εκείνον. Όμως «πάντα» περιμένει την επιστροφή μας.
Πιστέψτε πως ο Χριστός ἐτέχθη, «χαρά ‘ς σον κόσμο».
Πιστέψτε πως η αγάπη Του είναι η ευτυχία.
Επιτρέψτε στον γεννηθέντα Χριστό να φωτίζει τα πάντα για πάντα.