Πολλά και σπουδαία έχουν ειπωθεί ανά τους αιώνες για τον Έρωτα. Για αυτό το αίσθημα (άραγε είναι μονάχα αίσθημα;) που γίνεται η κινητήριος δύναμη της ανθρωπότητας και την οδηγεί πότε στα μεγαλύτερα επιτεύγματα του πολιτισμού και ποτέ στις πιο ολέθριες καταστροφές του. Για αυτό το παγκόσμιο φαινόμενο που, αργά ή γρήγορα, χτυπά την πόρτα του καθενός σαν απρόσκλητος (συχνά και ανεπιθύμητος) επισκέπτης, μα αποχωρίζεται με πόνο, ως ο πιο στενός φίλος. Δεν θα μιλήσω γενικά για τον έρωτα, άλλωστε πολλοί και ικανότεροι από εμένα το έχουν κάνει στο παρελθόν. Σε αυτό το μικρό άρθρο θα ήθελα να αναφερθώ μόνο σε μια εκδοχή του, η οποία απασχολεί συχνά πυκνά τις ευαίσθητες ψυχές. Μιλώ για τον έρωτα χωρίς ανταπόκριση, τον ανεκπλήρωτο έρωτα.
Λένε πως ένας ανεκπλήρωτος έρωτας δεν πεθαίνει ποτέ. Δεν μπορεί να πεθάνει, γιατί ποτέ δεν γεννήθηκε. Ποτέ δεν έλαβε σάρκα και υπόσταση, ώστε να μπορέσει να δοκιμαστεί στο πεδίο της ζωής. Ο έρωτας που γεννιέται και δοκιμάζεται έμπρακτα μέσα στην σχέση, φθείρεται και τροχίζεται και ζυμώνεται και τελικά είτε δοξάζεται θεοποιούμενος, είτε θανατώνεται για πάντα. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας όμως παρέμεινε στο βασίλειο των ιδεών και οι ιδέες δεν πεθαίνουν ποτέ. Ένας αιώνιος αχός χωρίς απάντηση, μια άσβεστη φλόγα, μια εισπνοή που κρατάει για πάντα, χωρίς εκπνοή.
Και έρχεται έτσι ο άνθρωπος αντιμέτωπος με ένα φοβερό δίλημμα, με έναν πόλεμο εσωτερικό και μια σχάση. Από την μία έχει την ιδέα του έρωτα, αυτό το φάντασμα που του καίει τα σωθικά και κραυγάζει απελπισμένα προς το αντικείμενο του πόθου του. Από την άλλη στέκεται ασάλευτη η ονειροκτόνος πραγματικότητα, σαν ένα αδιαπέραστο τείχος που κομματιάζει κάθε ελπίδα και στέκεται ανάμεσα σε εσένα και στον Άλλον.
Μπροστά σε αυτό το σχίσιμο στα δύο, ο άνθρωπος αντιδρά για να επιβιώσει. Κι’ έχει δύο τρόπους για να το κάνει αυτό: είτε να επιτεθεί στην Ιδέα, είτε να επιτεθεί στην πραγματικότητα.
Οι ιδέες μπορεί να μην πεθαίνουν αλλά μεταβάλλονται, μορφοποιούνται. Μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος να πλάσει την ιδέα του με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύψει περίτεχνα την αντίθεσή της με την πραγματικότητα. Κάποιος μπορεί να αρνηθεί το βάθος του έρωτά του, βαφτίζοντάς τον επιφανειακό: “ποτέ δεν την αγάπησα στα αλήθεια, ήταν ένα παροδικό ξέσπασμα!”. Άλλος μπορεί να προσπαθήσει να καταστρέψει την εικόνα που έχει για το άλλο πρόσωπο: “Ίσως να μην είναι δα και τόσο υπέροχος και ξεχωριστός όσο τον νόμιζα”. Ένας τρίτος μπορεί να κατηγορήσει κάποια αόρατα νήματα της μοίρας: “Και να με ήθελε, δεν πρόκειται να λειτουργούσε, δεν ήταν γραφτό μας…”. Από τέτοια τεχνάσματα το υποσυνείδητό μας είναι ειδήμων. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που επιδιώκεται είναι να σπιλωθεί το κατάλευκο του έρωτα και να γίνει γκρι, πλησιάζοντας κατά το δυνατόν την μαύρη πραγματικότητα.
Ο άνθρωπος βρίσκει έτσι το κουράγιο να προχωρήσει μπροστά, όμως με τίμημα την αλήθεια του. Γιατί ακόμα κι αν ό,τι αισθάνθηκε ήταν το αποτέλεσμα μιας φαντασίωσης, παράγωγο μίας άυλης ιδέας, το ίδιο το γεγονός ότι αισθάνθηκε δεν παύει να είναι πέρα για πέρα αληθινό. Κάτω από το ψευδαισθητικό πέπλο των όποιων λογισμών, ο ερωτευμένος άνθρωπος έγινε μάρτυρας μίας βαθιάς υπαρξιακής αλήθειας. Μιας αλήθειας που όποιος βίωσε γνωρίζει πως είναι ό,τι πιο αληθινό μπορεί να βιώσει κανείς.
Από την άλλη πλευρά τώρα, αν κανείς επιλέξει να μείνει σταθερός σε αυτήν την αλήθεια, θα πρέπει να μονομαχήσει με την ίδια την πραγματικότητα. Να κινήσει γη και ουρανό και σαν τον ιππότη του παραμυθιού να ξεπεράσει όλα τα εμπόδια στον δρόμο του και να σκοτώσει τον δράκο για να συναντήσει την αγαπημένη του. Μόνο που σε αυτήν την περίπτωση η αγαπημένη του είναι και ο δράκος, γιατί το εμπόδιο του τραγικού μας “ήρωα” είναι η ίδια η θέλησή της. Για τον άνθρωπο λοιπόν που περπατά σε αυτό το παρανοϊκό μονοπάτι, δεν μένει άλλη επιλογή από το να παραβιάσει την θέληση του άλλου και σαν άλλος Μίδας, να σκοτώνει ό,τι αγαπά. Η μάχη αυτή είναι χαμένη από χέρι και οδηγεί είτε στο ψυχιατρείο, είτε στην φυλακή, είτε, για τους πολύ παράτολμους, στον θάνατο.
Εικόνα 2. Ο Δον Κιχώτης αντιμέτωπος με την Πραγματικότητα
Υπάρχει όμως και μια τρίτη αντιμετώπιση. Όχι φυσική όπως οι άλλες δύο, αλλά χαρισματική. Αυτή είναι η οδός της θυσίας, της Σταύρωσης του Έρωτα. Μιας αγάπης απροϋπόθετης και ανιδιοτελούς που δεν ζητεί τα εαυτής, αλλά απλώς υπάρχει ως αυταπόδεικτη, χωρίς να απαιτεί την ανταπόδοση για τον προσδιορισμό της. Φυσικά, ο άνθρωπος, ως έχων εκ φύσεως την ανάγκη απολαβής αγάπης, δεν θα μπορούσε ποτέ από μόνος του να φτάσει σε μια τέτοια κατάσταση. Ο συνεχής έρωτας προς κάποιο πρόσωπο, όταν δεν λαμβάνει ανταπόκριση, μπορεί να οδηγήσει το άτομο σε τρομερά ψυχικά αδιέξοδα και εσωτερικούς εγκλωβισμούς. Όμως ο άνθρωπος δεν είναι απαραίτητα άτομο, δεν είναι μόνος του. Αρκεί να το θέλει και τα αδύνατα παρά τοις ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί.
Μπορεί κανείς να καταφάσκει και στον Έρωτα και στην πραγματικότητα, επειδή το Πνεύμα το Άγιο βρίσκεται ανάμεσά μας. Ο Θεός που κατέβηκε στην γη έγινε η απάντηση σε όλους εκείνους τους ταπεινούς ερωτευμένους που Τον αναζητούσαν και Τον ζητούν ανά τους αιώνες. Για τον άνθρωπο που αγαπά με όλη του την ύπαρξη τον συνάνθρωπό του χωρίς να περιμένει ανταπόκριση, ο Χριστός γίνεται η ανταπόκρισή του! Γίνεται το Μέσο εκείνο που τον ενώνει μυστικά με το Άλλο πρόσωπο αλλά και με ολάκερη την ανθρωπότητα σε έναν υπερκόσμιο γάμο. Μέσα στην Εκκλησία πραγματώνεται μία κοινωνία ευχαριστιακή, όπου το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο είναι ενωμένο με κάθε άλλο, γνωστό ή άγνωστο, αυτού του κόσμου ή του άλλου. Το Πνεύμα της Χάριτος απλώνεται σαν μια αόρατη κλωστή ανάμεσα στα μέλη της, διαπλέκοντάς τα με τα δεσμά του θείου Έρωτος, τα δεσμά της ελευθερίας. Και είναι χάρη σε αυτά που ο σταυρωμένος έρωτας μπορεί τελικά και ανασταίνεται.
Μη φειδωλεύεσαι λοιπόν την Αγάπη, μην την απαρνείσαι, ο Θεός έχει αρκετή για όλους. Βρες απάγκιο στην προσευχή, το μόνο καταφύγιο των πραγματικά ερωτευμένων και άνοιξε την αγκαλιά σου για να χωρέσει όλον τον κόσμο, χωρίς να σκεφτείς στιγμή να λάβεις, παρά μόνο να δώσεις. Να δώσεις ό,τι πολυτιμότερο έχεις. Άφησε τη φωτιά του θείου έρωτα να φουντώσει μέσα σου, να κάψει κάθε εγωπάθεια. Και όταν πια θα έχεις λιώσει από αγάπη για τους άλλους, τότε θα μπορέσεις ίσως να δεις το Πρόσωπο Εκείνου και σαν τον Ιγνάτιο τον Θεοφόρο να φωνάξεις: «Ο εμός Έρως εσταύρωται!»1. Έτσι μόνο θα ιαθείς. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας πληρώνεται μόνο εν Χριστώ.
Παραπομπή
- Φράση του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου προς τους χριστιανούς της Ρώμης καθώς κατευθυνόταν προς το μαρτύριο.