Για να πούμε τα πράγματα όσο πιο ωμά γίνεται, η τζαζ αναπτύχθηκε μόνο και μόνο επειδή οι μαύροι μουσικοί έπαιζαν με κατώτερα όργανα. Πρέπει να το δει κανείς από τη σκοπιά τους. Στη δεκαετία του 1890 ήταν ένας λαός χωρίς πατρίδα, που μόλις είχε απελευθερωθεί από τα δεσμά της δουλείας και που η καταπίεση των λευκών καθιστούσε αδύνατη την πρόσβαση τους στην επίσημη παιδεία. Στο μετρό λοιπόν που ήταν φτωχοί, αυτοί οι πρώτοι μαύροι μουσικοί δεν είχαν δυνατότητα να αγοράσουν καινούργια, καλοφτιαγμένα όργανα όπως οι λευκοί, κι έτσι αναγκάζονταν να συμβιβάζονται με τρομπέτες και τρομπόνια από τρίτο χέρι και συχνά ελαττωματικά.

Πολλές φορές αυτά τα όργανα ήταν φάλτσα ή στη χειρότερη περίπτωση δεν έπαιζαν καθόλου ορισμένες νότες. Έτσι καθιερώθηκαν έως έναν βαθμό οι περίφημες, για την τζαζ μουσική, τρίτες και πέμπτες σε ύφεση. Επιπλέον, οι περισσότεροι μουσικοί, επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν κανονικά μαθήματα, είχαν υιοθετήσει ένα βασικό κανόνα εκείνο τον καιρό: καλλιεργούσαν πρώτα την προσωπική έκφραση και μετά την τεχνική. Το εγχείρημα αυτό θα μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με την προσπάθεια να χτίσουν καθεδρικό ναό με παιδικά κουβαδάκια και φτυάρια. Κι όμως, αυτό ακριβώς πέτυχαν. Κατάφεραν να χτίσουν ένα ηχητικό οικοδόμημα σε ένα μουσικό ιδίωμα που σαγήνευε και ταυτόχρονα διαφοροποιούταν από τη λευκή κουλτούρα που τους περιέβαλε.

For privacy reasons YouTube needs your permission to be loaded. For more details, please see our Πολιτική Απορρήτου.
Ο δίσκος «Afro-cuban» του τρομπετίστα Kenny Dorham, στον οποίο συμμετέχει και ο Hank Mobley, κυκλοφόρησε το 1955! Είναι ξεκάθαρο ότι μιλάμε για αφρικανική ρυθμική μουσική.

 

Πρώτα απ’ όλα όμως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι όταν μιλάμε για τζαζ, ουσιαστικά αναφερόμαστε στη λαϊκή μουσική των αφροαμερικανών. Είναι λοιπόν σημαντικό να μελετήσουμε εκείνα τα στοιχεία που βοήθησαν ή παρεμπόδισαν την επιβίωση της αφρικανικής μουσικής στον Νέο Κόσμο, σε σχέση με την ανάπτυξη του δουλεμπορίου, αφού όταν μιλάμε για τζαζ ουσιαστικά αναφερόμαστε σε μία αφροαμερικάνικη μουσική. Μια μουσική που έπειτα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο, χάρη και στην εφεύρεση του δίσκου του βυνιλίου εκείνη την εποχή

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή, την Αφρική. Πρέπει να σημειωθεί ότι ήταν ιδιαίτερα σημαντικό αν ο μαύρος δούλος είχε πουληθεί σε αγγλοπροτεσταντική ή λατινοκαθολική αποικία.

Κατ’ αρχήν η μουσική των λατινοκαθολικών ήταν σαφώς ρυθμικότερη, ενώ ο τρόπος ζωής των λατινοκαθολικών γαιοκτημόνων, σε αντίθεση με των αγγλοπροτεσταντικών δουλοκτητών, διευκόλυνε την επιβίωση μεγαλύτερου ρυθμού αφρικανικών εθίμων, αλλά και της δικής τους θρησκείας του βοντού. Έτσι, ο Δυτικοαφρικανός σκλάβος σε μία αποικία διαπίστωνε γρήγορα πως οι πιο πολλοί καθολικοί άγιοι παρουσίαζαν ενδιαφέρουσες ομοιότητες με τους δικούς τους Θεούς.

Στο τέλος του 19ου αιώνα η Νέα Ορλεάνη, έπειτα από μία λατινοκαθολική κατοχή ογδόντα δύο χρόνων, βρέθηκε στη δεσποτεία του βρετανικού προτεσταντισμού και αποτέλεσε σημαντικό λιμάνι του Νότου, αφού ο οικονομικότερος τρόπος μεταφοράς αγαθών γινόταν με τα ποταμόπλοια από τη Νέα Ορλεάνη και έτσι ο πληθυσμός της εκείνη την περίοδο έφτανε σε 10.000 με ίση κατανομή λευκών και μαύρων. Με την αγορά της Λουιζιάνας το 1803 οι ΗΠΑ κατάργησαν όλους τους περιορισμούς με αποτέλεσμα η μετανάστευση να λάβει μεγάλη έκταση, όπως και το βοντούν,   διατηρήθηκε ένα μέρος από τη μουσική επίδραση της Δυτικής Αφρικής.

Με ποιον τρόπο όμως αυτό συνέβαλε στη γέννηση της τζαζ; Αυτό αποτελεί συνάρτηση δύο παραγόντων: Της τεράστιας δημοτικότητας της στρατιωτικής μπάντας και της βαθμιαίας υιοθέτησης των οργάνων της ευρωπαϊκής μουσικής. Από κάτω, όμως, υπέφωσκε ο έντονος πόθος του Αμερικανού μαύρου να δώσει το παρών, να ανήκει, να συμμετέχει αποτελεσματικά σε μία κουλτούρα αποκλειστικά των λευκών. Η μουσική ήταν ένας από τους ελάχιστους δρόμους προς τη φήμη και την επιτυχία.

For privacy reasons YouTube needs your permission to be loaded. For more details, please see our Πολιτική Απορρήτου.
Ακούμε το «Waltz for Debby» του σπουδαίου πιανίστα της τζαζ, του ιδιοφυούς Bill Evans, το οποίο το έγραψε για την ανιψιά του. Πρόκειται για ένα «Jazz Standard», δηλ. γνωστά & διαχρονικά κομμάτια (όχι απαραίτητα τζαζ) που παίζουν και ηχογραφούν πολλοί τζαζίστες με τον δικό τους τρόπο (διαφορετικές εκδοχές).

Στη Νέα Ορλεάνη, οι μπάντες των μαύρων, που συνόδευαν πομπές σε κηδείες παίζοντας εμβατήρια, αυτοσχεδιάζουν και πειραματίζονται αναμειγνύοντας ανόμοια μουσικά είδη όπως τα μπλουζ και το ράγκτάιμ, ένα βήμα καθοριστικό για τη διαμόρφωση της τζαζ μουσικής. Αυτές οι μπάντες προέκυψαν επειδή είχαν «ξεμείνει» πολλά πνευστά όργανα (όπως τρομπόνια, κορνέτες και κλαρινέτα) από τον Εμφύλιο Πόλεμο, καθώς όταν τα στρατεύματα παρελαύναν προς τη μάχη έπαιζαν μουσική. Αυτά τα ξεχασμένα όργανα πήραν οι μαύροι και άρχισαν να παίζουν, σχηματίζοντας μπάντες για χορό αλλά και για εμβατήρια.

Η Νέα Ορλεάνη ήταν μια πόλη, όπου συνυπήρχαν όλα αυτά τα στοιχεία, μία πόλη με παράξενο πεπρωμένο. Οι Κρεολοί ήταν λαός με καταβολές από την Καραϊβική και αίμα γαλλικό, ισπανικό και πορτογαλέζικο. Επειδή δεν ήταν «καθαροί» από φυλετική άποψη και μιλούσαν μία παρεφθαρμένη γλώσσα, εθεωρούντο κατώτεροι από τους λευκούς Αγγλοσάξονες. Ορισμένοι είχαν όμως παντρευτεί λευκές από την «κατώτερη» τάξη, αλλά οι περισσότεροι ένιωθαν πιο κοντά στους μαύρους. Σαν αποτέλεσμα υπήρχαν λίγοι λευκοί, αλλά στην πλειοψηφία τους οι Κρεολοί ήταν μελαψοί μιγάδες. Αντίστοιχα, οι μαύροι Κρεολοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους ανώτερους από τους «νέγρους» και μόνο περιστασιακά είχαν κοινωνικές σχέσεις μαζί τους. Τέλος, υπήρχαν και οι μιγάδες με μαύρο αίμα κατά το ένα όγδοο, τους οποίους δεν συναναστρέφονταν ούτε οι λευκοί ούτε οι μαύροι. Το μόνο μέρος που καταδέχονταν να βρεθούν όλοι μαζί ήταν το πάλκο της ορχήστρας. Έτσι σε αυτή τη τρελή κυκλική διαδρομή, και οι τρεις φυλές είχαν ενεργό συμμετοχή στην αρχή της διαμόρφωσης της τζαζ: οι κλασικές φόρμες της λευκής παραδοσιακής μουσικής συνάντησαν τις γαλλικές και ισπανικές αποχρώσεις και τον άγριο αυθορμητισμό και την ψυχή των μαύρων.

Το 1876, ο δημοτικός σύμβουλος της Νέας Ορλεάνης Sidney Story εξέδωσε διάταγμα, με το οποίο περιόριζε την πορνεία σε μία κακόφημη περιοχή που εκτεινόταν σε τριάντα οκτώ οικοδομικά τετράγωνα και συνόρευε με την Κάναλ Στρητ. Η περιοχή, η οποία πήρε το όνομα «Στόρυβιλ», σύντομα προσέλκυσε τους καλύτερους πιανίστες ράγκτάιμ για να παίζουν στα «σπίτια» (τους οίκους ανοχής), με το παρατσούκλι «προφέσορες». Με το πέρασμα του χρόνου, η μουσική εξελίχθηκε, οι πιανίστες έπαιζαν πιο ζωηρά τα ραγκς και συχνά προσέθεταν στο ρεπερτόριό τους και δικές τους συνθέσεις. Οι μπάντες που έπαιζαν στα «σπίτια», εμφανίζονταν και στις αίθουσες χορού, όπου τον κύριο λόγο τον είχαν τα παραδοσιακά όργανα της Νέας Ορλεάνης, η τρομπέτα, το τρομπόνι και το κλαρινέτο. Ουσιαστικά, στη Νέα Ορλεάνη το σαξόφωνο δεν υπήρξε ποτέ όργανο για τζαζ σόλο (εκτός από το σοπράνο σαξόφωνο που αντικαθιστούσε το κλαρινέτο) και οι σαξοφωνίστες βρίσκονταν στο περιθώριο των εμπορικών χορευτικών ορχηστρών, όπου το σλαπ-τονγκ εθεωρείτο υψηλή τέχνη. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, δύο πρωτοπόροι μουσικοί έσπασαν αυτή την αρνητική για το όργανό τους παράδοση: ήταν ο Johnny Hodges (1902-1970) στο άλτο και ο μελωδικότατος Coleman Hawkins (1904-1969) στο τενόρο σαξόφωνο. Ο πρώτος έγινε γνωστός από τη συμμετοχή του στην ορχήστρα του Duke Ellington και χάραξε καινούριους δρόμους στο σαξόφωνο.

For privacy reasons YouTube needs your permission to be loaded. For more details, please see our Πολιτική Απορρήτου.
Ο χαρακτηριστικός Coleman Hawkins, με το μελωδικό του παίξιμο, στον δίσκο του «Desafinado» του 1962.

Γενικά, πάντως, τζαζ είναι ο αυτοσχεδιασμός μίας νέας ή αντιστικτικής μελωδίας πάνω στο συγχορδιακό κύκλο ενός συγκεκριμένου κομματιού. Στην αρχή, οι αυτοσχεδιασμοί αυτοί ήταν πολύ ρυθμικοί (κληρονομιά των μαύρων από την Αφρική) και συχνά αποτελούνταν από λίγες μόνο νότες που επαναλαμβάνονταν ξανά και ξανά. Αυτό αργότερα ονομάστηκε «ριφ» (βλ. Riff στη ροκ μουσική) και πήρε το όνομά του από τους ψαλμούς που επαναλάμβαναν οι πιστοί στις εκκλησίες των μαύρων. Αλλά η τζαζ, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα, εισήγαγε τολμηρές τομές στον αυτοσχεδιασμό, από τις οποίες συχνά προέκυπτε μία εντελώς νέα σύνθεση βασισμένη σε συγχορδίες της πρωτότυπης μελωδίας. Γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1930, οι μουσικοί της τζαζ αρχίσαν να αντικαθιστούν τις διαδοχικές συγχορδίες στη βασική δομή του κομματιού. Δημιούργησαν έτσι ένα σύνθετο οικοδόμημα, διατηρώντας παράλληλα τα στολίδια της λαϊκής μουσικής.

For privacy reasons YouTube needs your permission to be loaded. For more details, please see our Πολιτική Απορρήτου.
Ο κορυφαίος δίσκος της τζαζ «Kind of Blue» του Miles Davis (1959) σήμανε την αρχή της «Modal Jazz», δηλ. της jazz με αυτοσχεδιασμούς βασισμένους στους αρχαιοελληνικούς μουσικούς τρόπους (modes). Το «So What», από τα πιο γνωστά jazz κομμάτια, έχει μόνο δύο συγχορδίες και οι αυτοσχεδιασμοί αναπτύσσονται πάνω σε τρόπους. Στον δίσκο συμμετέχουν οι τιτάνες της τζαζ: John Coltrane, Bill Evans, Jimmy Cobb, Julian “Cannonball” Adderley κ.α.

Ο πιο σημαντικός δεσμός ανάμεσα στο ραγκτάιμ και την τζαζ ήταν ο Κρεολός «πατέρας» της τζαζ Ferdinand «Jelly Roll» Morton  (1885-1941), ένας πιανίστας που έπαιξε στους οίκους ανοχής της Στόρυβιλ, αλλά δεν υιοθέτησε το χοντροκομμένο στυλ του χόνκυ-τονκ, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο, έναν εκλεπτυσμένο, δεμένο στη βάση του, αρμονικά (και ρυθμικά) περιπετειώδη τρόπο παιξίματος τζαζ στο πιάνο. Ο Jelly, έπαιζε με έναν γρήγορο ρυθμό που πλησίαζε το σουίνγκ, τονίζοντας τις συγκοπές του και εισήγαγε ακόμα ρυθμικούς και μελωδικούς αυτοσχεδιασμούς στις επαναλήψεις των δικών του θεμάτων, αντί να παίζει ξανά, τη μία νότα μετά την άλλη. Έτσι, επηρέασε τη γέννηση αυτής της μουσικής και περιέλαβε σε αυτή τα μπλουζ, παρακλάδι των τραγουδιών της υπαίθρου, με τη μόνη διαφορά ότι τα τελευταία δεν είχαν μία ευδιάκριτη μορφή.

Ένα «πρόβλημα» που πολλοί λάτρεις της τζαζ δεν μπορούν να ξεπεράσουν σε σχέση με τη τζαζ της πρώτης περιόδου του Β’ Π.Π., είναι ότι κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος ή μουσική αυτή προοριζόταν για χορό. Η ψυχαγωγική αυτή πλευρά, κατά τη γνώμη τους, αποτελούσε ανασταλτικό παράγοντα της δημιουργικής διαδικασίας. Ωστόσο αυτή η κριτική βλέπει τα δέντρα και χάνει το δάσος, καθώς το βασικό λεξιλόγιο της τζαζ, δηλ. η αρμονική και η ρυθμική της γλώσσα, εμφανίστηκε και διαμορφώθηκε από το 1924 μέχρι το 1945. Ο, τι επακολούθησε αργότερα ήταν προέκταση της γλώσσας και την διαφόρων «διαλέκτων» που αναπτύχθηκαν γύρω από τον όρο «ψυχαγωγικός». Τελικά, με τους πρωτοπόρους της δεκαετίας του ’20, το Μεγάλο Κραχ, την εποχή του Σουίνγκ και την εμφάνιση των νέων ρευμάτων, όπως του μπήμποπ, χαρντμποπ κοκ., η τζαζ εξελίσσεται και τελικά γίνεται δημοφιλής παγκοσμίως. Έτσι, η «παρακατιανή» – για τους λευκούς των ΗΠΑ – τζαζ μουσική, γίνεται πλέον μια μουσική «λόγια» που δεν μπορούν να παίξουν (με ευκολία) οι λευκοί.

 

Ακόμα και όταν η τζαζ διαδόθηκε στην Ευρώπη, η οποία την αναγνώρισε πριν από τις ΗΠΑ που αντιμετώπιζαν περιφρονητικά τη τζαζ μουσική, οι μαύροι των ΗΠΑ συνέχιζαν να υφίστανται – όχι μόνο διακρίσεις – αλλά και επιθέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απρόκλητη επίθεση ενός αστυνομικού στον Miles Davis, ο οποίος τότε ήταν είδωλο διεθνώς.

 

Επομένως η μαγική τζαζ, που τελικά επηρέασε τη παγκόσμια μουσική, αποτελεί παρακλάδι μίας αφροαμερικανικής μουσικής παράδοσης, με πολλά «ξαδελφάκια». Η τζαζ, ίσως από τις πιο σημαντικές προσφορές των ΗΠΑ στην παγκόσμια κληρονομιά, διαμορφώθηκε από έναν πονεμένο λαό χωρίς πατρίδα, που βρέθηκε να είναι σκλάβος σε μία ξένη γη, στον «πολιτισμένο» – κατά τ’άλλα – Νέο Κόσμο. Από την ανάπτυξη του δουλεμπορίου μέχρι και σήμερα, αυτός ο πόνος, που ακούμε και στα μπλουζ, οδήγησε στη διαμόρφωση ενός ξεχωριστού μουσικού ιδιώματος, με πολλή έκφραση και πάθος. Η τζαζ σε ταξιδεύει με νότες – καθόλου τυχαίες όπως λένε πολλοί – οι οποίες έχουν χαραγμένες πάνω τους ιστορίες. Έτσι λοιπόν, η τζαζ έφτασε ως τα πέρατα της γης, ως κι εδώ, όπου ανερχόμενη ελληνική τζαζ μουσική σκηνή που έχει στην αγκαλιά της φοβερούς μουσικούς που αγαπάνε τη μουσική αυτή και – όπως έλεγε ο Miles Davis – «κοιτάνε πάντα μπροστά, και ποτέ πίσω».

For privacy reasons YouTube needs your permission to be loaded. For more details, please see our Πολιτική Απορρήτου.
Jazz Αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι από το κουιντέτο του κορυφαίου Έλληνα πιανίστα της τζαζ, Δημήτρη Καλαντζή!

 

 


Βιβλιογραφία

Marshall W.Stearns, Τζαζ, Εκδόσεις «Γνώση»

Stephen M.Stroff, Ανακαλύπτοντας την Τζαζ, Εκδόσεις «Σέλας»

Graham Vulliamy, Τζάζ & Μπλουζ, Εκδόσεις «Index»

Τζων Τσίλτον, Ιστορία της Τζαζ, Εκδόσεις «Υποδομή»

Μάιλς Ντέιβις & Κουίνσυ Τρουπ, Μαϊλς: Αυτοβιογραφία, Εκδόσεις «Σέλας»

 


Παραπομπές

1Στη φωτογραφία εξωφύλλου, διακρίνεται το Sextet του Miles Davis

2Η επιρροή της τζαζ, φαίνεται και στα ξαδελφάκια της:

  • Στον δίσκο «Off the Wall» του Michael Jackson, διακρίνουμε τον κυρίαρχο αφρικανικό ρυθμό στο κομμάτι «Workin’ Day and Night»:

https://www.youtube.com/watch?v=MWnyCxva6bA

  • Ο θρυλικός Stevie Ray Vaughan της ροκ, παίζοντας μαζί με τζαζ μουσικούς όπως τον μπασίστα Tom Barney και τον ντράμερ Omar Hakim, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί με τον Miles Davis και άλλα μεγάλα ονόματα της τζαζ.

https://youtu.be/IxqSKdtFd7M

3Για περισσότερη ελληνική τζαζ μουσική: https://open.spotify.com/playlist/2pbFOO7JlaiHaESlEtfJXL?si=f0e2866101204765