Αδιαμφισβήτητα, ο Μέγας Αλέξανδρος (356-323 π.Χ.) αποτελεί μία από τις πιο ανεξίτηλες μορφές της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας και συχνά αναφέρεται ως ο σπουδαιότερος στρατηλάτης που έζησε ποτέ. Ο χαρακτηρισμός αυτός, παρότι εγκωμιαστικός, τον αδικεί. Η διεξοδική μελέτη της ζωής του, αναδεικνύει έναν πολυμήχανο και ανίκητο στρατηγό αλλά ταυτόχρονα και έναν Βασιλέα ενάρετο, δίκαιο και συνολικά μια αξιοθαύμαστη προσωπικότητα. Επιχειρώντας να την σκιαγραφήσουμε συνοπτικά στο παρόν άρθρο, θα τον αδικήσουμε για μία ακόμα φορά, καθώς οι λίγες αυτές γραμμές που του αφιερώνονται δεν μπορούν να φανούν αντάξιες του μεγαλείου του.

Από μικρή ηλικία ήδη, ο Αλέξανδρος ξεχώριζε για την ιδιαίτερη προσωπικότητά του και κυρίως για την ευστροφία και την ωριμότητά του. Όταν δαμάζει τον Βουκεφάλα, το άλογο εκείνο που κανένας στρατηγός του πατέρα του Φιλίππου δεν μπόρεσε να ημερέψει, η ηλικία του δεν ξεπερνά τα 12 έτη. Την ίδια περίοδο, όταν Πέρσες διπλωμάτες επισκέπτονται το βασιλικό παλάτι στην Πέλλα, ξαφνιάζει τους πάντες με τα ερωτήματα που θέτει αναφορικά με το μέγεθος και τον τρόπο διαχείρισης της τεράστιας αυτοκρατορίας τους.

Η εξημέρωση του Βουκεφάλα, του Andre Castaigne (1898-1899).

Βέβαια, η πιο σημαντική στιγμή της παιδικής του ηλικίας, σηματοδοτείται με τον Φίλιππο να αναθέτει την εκπαίδευσή του στον Αριστοτέλη. Η περίοδος αυτή που ο Αλέξανδρος περνάει κοντά στον δάσκαλό του είναι καθοριστική στη διάπλαση του χαρακτήρα του, κάτι το οποίο και ο ίδιος συχνά τόνιζε αναφέροντας ότι «στους γονείς οφείλομεν το ζην, στους δε διδασκάλους το ευ ζην». Παράλληλα, η φιλοσοφική κληρονομιά που μεταδόθηκε από τον Σωκράτη στον Πλάτωνα και από τον Πλάτωνα στον Αριστοτέλη, βρίσκει πρόσφορο έδαφος στον νου του νεαρού Αλέξανδρου. Επηρεαζόμενος βαθιά από τις απόψεις αυτές του δασκάλου του, θεωρεί πως η πρώτη νίκη που πρέπει να πετύχει κανείς είναι η νίκη απέναντι στον εαυτό του, για να μπορεί να τον ελέγχει. Για τον λόγο αυτό προσπαθεί διαρκώς να περιορίζει τις ηδονές και τις επίγειες απολαύσεις του σώματος. Στα 20 έτη του ξεχωρίζει τόσο για την οικουμενική προσωπικότητα και σωφροσύνη του όσο και για τα ήθη και τις αρχές του. Τα στοιχεία αυτά του χαρακτήρα του σε συνδυασμό με τα στρατιωτικά του χαρίσματα, τον αναδεικνύουν ως τον καταλληλότερο διάδοχο του πατέρα του για τη θέση του «στρατηγού και αυτοκράτορος της Ελλάδος» (Πανελλήνιο Συνέδριο Κορίνθου, 338 π.Χ.) εν όψει της εκστρατείας κατά των Περσών.

Στα χρόνια που ακολουθούν, η επιτυχία της εκστρατείας που ηγείται είναι προϊόν του αριστοτεχνικού και αλάθητου χειρισμού της στρατιωτικής του δύναμης (περίπου 35.000 πεζοί και 5.000 ιππείς έναντι του τετραπλάσιου σε μέγεθος Περσικού στρατού). Παράλληλα, στηρίζεται ιδιαίτερα στα άτομα που απαρτίζουν το σύνολο αυτό αλλά και στη σχέση του μαζί τους. Κανένας άλλος στη θέση του δεν θα τους έπειθε να τον ακολουθήσουν σε μια τέτοια αντισυμβατική πορεία. Ο Αλέξανδρος όμως τους είχε κερδίσει από την πρώτη κιόλας στιγμή, με την ευφυΐα, την προσωπικότητα και το παράδειγμά του. Ο στρατός του έβλεπε σε εκείνον έναν άνθρωπο που από την αρχή της εκστρατείας επέλεξε να πορευτεί και να ζήσει όπως ο πιο απλός οπλίτης. Ήδη πριν ξεκινήσουν τους είχε μοιράσει ολόκληρη την περιουσία του. Και όταν τον ρώτησαν γιατί δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του, εκείνος τους απάντησε ότι κράτησε τις ελπίδες. Όταν πάλι διέσχιζαν την αχαρτογράφητη έρημο της Γεδρωσίας για μέρες υποσιτισμένοι και αφυδατωμένοι, έτρεξαν χωρίς δεύτερη σκέψη να προσφέρουν το λιγοστό νερό που βρήκαν στον πολυαγαπημένο τους ηγέτη. Εκείνος όμως απευθείας έχυσε το νερό στο έδαφος, μπροστά στα μάτια του ταλαιπωρημένου του στρατού που τον παρακολούθησε με δέος.

Στην έρημο της Γεδρωσίας.

Τα χρόνια εκείνα της εκστρατείας που η μια νίκη διαδεχόταν την άλλη ενάντια στην αχανή Περσική αυτοκρατορία, συνέβησαν πολλά αξιοσημείωτα περιστατικά μέσα από τα οποία η προσωπικότητα του Αλέξανδρου έλαμψε. Ένα από αυτά έλαβε χώρα μετά τη μάχη της Ισσού, κατά την οποία ο ηττημένος Δαρείος ο Γ’ τράπηκε σε άτακτη φυγή. Ήταν τέτοια η υποχώρησή του που αφήνει πίσω του τη βασιλική οικογένεια η οποία και αιχμαλωτίζεται. Ο Αλέξανδρος έχοντας πάντα μαζί του τον αγαπημένο του φίλο και στρατηγό Ηφαιστίωνα, πηγαίνει να τους παρουσιαστεί. Πρώτη η μητέρα του Δαρείου αντιλαμβανόμενη τον ερχομό τους, γονατίζει με σεβασμό μπροστά στον ψηλότερο και εντυπωσιακότερο νεαρό που δεν ήταν άλλος από τον Ηφαιστίωνα. Μόλις γίνεται αντιληπτό το λάθος της, με λυγμούς ζητάει από τον Αλέξανδρο να την λυπηθεί. Γνωρίζει ότι σύμφωνα με τα δικά τους περσικά έθιμα, μια τέτοια κίνηση μπορεί να τιμωρηθεί μέχρι και με θάνατο. Ο Αλέξανδρος με ηρεμία εξηγεί ότι δεν υπάρχει λόγος να ζητάει έλεος μιας και ο Ηφαιστίωνας «είναι και αυτός επίσης ένας Αλέξανδρος…».

Αλλά και τα χρόνια εκείνα που ο Αλέξανδρος ανέλαβε το ρόλο του ως Βασιλέας της αυτοκρατορίας αυτής που εκτεινόταν από την Ελλάδα μέχρι και τους πρόποδες των Ιμαλαΐων, αναδείχθηκε τόσο για τις επαναστατικές του μεταρρυθμίσεις όσο και για τον τρόπο διακυβέρνησης. Στόχος του η δημιουργία μιας πολιτισμένης αυτοκρατορίας. Ξεκινά καταργώντας το βασιλικό χαρέμι του Δαρείου και εν συνεχεία ζητάει να δικαστούν δικοί του στρατιώτες που κατηγορούνται για βιασμό Περσίδων γυναικών. Κτίζει πόλεις, θέατρα, ναούς, γυμναστήρια, βιβλιοθήκες, επιστημονικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα και αναβαθμίζει περιοχές μακρινές και ξεχασμένες. Καθιερώνει την ανεξιθρησκεία, περίπου 600 χρόνια πριν επιχειρήσει το ίδιο ο Μέγας Κωνσταντίνος( 272-337 μ.Χ.) για τη δικιά του νέα αυτοκρατορία. Δοκιμάζει να αναγεννήσει την Ανατολή μέσα από τις κλασικές τέχνες και τον ελληνικό πολιτισμό, περίπου 1800 χρόνια πριν προβεί στο ίδιο εγχείρημα και η Δύση για τη δικιά της Αναγέννηση (14ος – 17ος αιώνας μ.Χ.). Χωρίς αμφιβολία, ζούσε σε μια εποχή που δεν τον χωρούσε και λίγο τον καταλάβαινε.

Στα 33 του έτη (323 π.Χ.), ο αιώνιος νικητής νικιέται και ανεβαίνει στον ουρανό χωρίς δυσκολία, μιας και με τα επιτεύγματά του τον είχε κιόλας αγγίξει. Τελευταία επιθυμία του: κατά την περιφορά της σορού του, τα γυμνά του χέρια να προεξέχουν από τη νεκρική άμαξα. Με την αλληγορική του αυτή κίνηση, θέλησε να υποδηλώσει ότι ακόμα και εκείνος που απέκτησε τα πάντα σε αυτήν τη ζωή, θα έφευγε με τα χέρια αδειανά. Παρόλο που η ιστορική αυθεντικότητα του γεγονότος αυτού αμφισβητείται, ακούγεται σαν κάτι που μόνο εκείνος ο Μέγας θα έλεγε.

Τέλος, είναι γόνιμο να αναφερθεί ότι στη σύντομη αυτή ζωή του ο νεαρός Βασιλιάς έσφαλε και παρασύρθηκε αρκετές φορές. Παρόλα αυτά, οφείλει κανείς να αναρωτηθεί πόσο δύσκολο πρέπει να ήταν για τον Αλέξανδρο να διατηρήσει την ταπεινή του διάθεση, τη στιγμή που είχε ξεπεράσει κατά πολύ το πρότυπό του, τον ημίθεο Αχιλλέα. Πόσο μάλλον ακόμα, όταν κατάφερε να περάσει στην Ινδία, μία περιοχή στην οποία μόνο ο θεός Διόνυσος μπόρεσε να φτάσει. Στο ταξίδι του αυτό, οι θετικές πτυχές του χαρακτήρα του καθώς και οι πράξεις και τα έργα του, υπερκάλυψαν κατά πολύ τα λάθη του, όσο και αν κάποιοι εξακολουθούν να τον κατακρίνουν για αυτά. Σκοπός δεν είναι να τον δικαιολογήσουμε αλλά να τονίσουμε ότι στις ιστορικές αναλύσεις δεν μπορούμε να αξιολογούμε άτομα και γεγονότα της αρχαιότητας με τα σημερινά μέτρα και σταθμά. Ίσως εκείνοι που έχουν δικαίωμα στη δίκη του είναι όσοι έχουν διαχειριστεί επιτυχημένα ανάλογη εξουσία.

Μέγας Αλέξανδρος. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

– Χρήστου Π. Ζαλοκώστα.(1962) ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ. Εκδότης: ΕΣΤΙΑ.

– W. W. Tarn. (2014) Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΓΑ. ΗΓΕΤΕΣ. Καθημερινές Εκδόσεις Α.Ε.

– Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης. (2010) ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ. Εκδότης: ΑΚΤΗ.

 

Πηγές εικόνων:

(1) https://fr.wikipedia.org/wiki/Fichier:The_taming_of_Bucephalus_by_Andre_Castaigne_(1898-1899).jpg

(2) https://gr.pinterest.com/pin/224194887670067976/

(3) https://gr.pinterest.com/pin/254946028895599156/