Ποιος άραγε δεν έχει αρθρώσει, έστω και ψιθυριστά, έστω και νοερά, αυτή τη θανατερή λέξη: αδύνατον. Ποιος δεν πόθησε κάτι ολόψυχα, κι όταν όμως το συλλογίστηκε είδε με πόνο πως ήταν για αυτόν αδύνατο. Ποιος δεν τσακίστηκε μαζί με τα όνειρά του στους βράχους της πραγματικότητας. Ποιος δεν έχει ζήσει τον θάνατο αυτόν; Υπάρχει άραγε αντίδοτο; Ο Ηράκλειτος, ο αποκαλούμενος «σκοτεινός», κληροδότησε στην ανθρωπότητα μια σχετική ρήση, οδηγητική ίσως και για σήμερα: «Εάν μη έλπηται, ανέλπιστον ουκ εξευρήσει» («Αν δεν το ελπίζεις, δε θα βρεις το ανέλπιστο»). Ανέλπιστο είναι αυτό  που ενώ το ποθήσαμε ολόψυχα η πραγματικότητα για πάντα μας το αρνείται. Παρά τους στεναγμούς, παρά τα δάκρυα, για πάντα το έχει πιο μακριά από εκεί που μπορούμε να φτάσουμε.

Ο Ηράκλειτος λέει πως, αν έχουμε ελπίδα, το ανέλπιστο μπορούμε να το βρούμε. Αλλάζει η πραγματικότητα, αλλάζουν οι συνθήκες αν απλώς ελπίσουμε; Όχι, αλλάζει όμως κάτι πολύ σημαντικότερο, αλλάζει ο ψυχισμός μας. Η ελπίδα είναι αυτή που μας γνέφει καταφατικά όταν η πραγματικότητα φαίνεται τόσο άσπλαχνη. Η ελπίδα ανατρέπει οποιαδήποτε εξωτερική συνθήκη, πυροδοτώντας τη θέληση και τρεφόμενη ύστερα απ’ αυτήν. Αυτή η θέληση, η άφοβη, επιστρατεύει όλη τη δύναμη του ανθρώπου και την υποτάσσει στον σκοπό της. Εάν υποτιμήσουμε την ελπίδα και τη θέλησή μας, την ουσία δηλαδή τη δική μας, δεν πρόκειται αυτό που θα γεννηθεί να ‘χει ουσία ξεχωριστή.

Αν ο άνθρωπος, αντί να ήλπιζε, γεμάτος φόβο συλλογιζόταν τι θα πάει στραβά, ποτέ δε θα ξεκινούσε. Μπρος στο φαινομενικά αδύνατο θα συγκλονιζόταν. Θα υπέτασσε την υπέροχη του θέληση στη σχετικότητα του κόσμου, θα δούλωνε την ψυχή του. Αντί να σαλπάρει για την Ιθάκη, θα άφηνε το σκαρί να λιώσει με βεβαιότητά στο λιμάνι υπό το φόβο μιας κακοκαιρίας, το ταξίδι του δε θα ξεκινούσε ποτέ. Μα αν η Ιθάκη είναι εκεί που η ψυχή μας λαχταρά να φτάσει, θα την αφήσουμε στο αφιλόξενο λιμάνι; Φυσικά δεν είναι σίγουρο ότι ο άνθρωπος θα καταφέρει να οδηγήσει το πλοίο του στην Ιθάκη. Σημαντικό είναι όμως να αντιληφθούμε ότι η Ιθάκη τελικά δεν είναι απλώς μια τοποθεσία, τότε δε θα είχε καμία αξία. Το ίδιο το ταξίδι είναι η Ιθάκη, είναι αυτό που πλάθει εμάς, διότι Ιθάκη είναι ο ανανεωμένος εαυτός μας. Η ουσία εκείνου που τόσο επιθυμούμε δεν είναι παρά εμείς οι ίδιοι να νιώσουμε την ευφορία της ανανέωσης, της ανύψωσης, της ανάτασης, να ξεφύγουμε από τη μερικότητά μας. Ο οποιοσδήποτε στόχος έχει αξία, διότι δώσαμε σε αυτόν το πάθος, την ψυχή μας.

Την ύψωση αυτή που τόσο ποθούμε, το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τη διαπραγματευτούμε εμπορικά με την πραγματικότητα. Το χειρότερο είναι να τη θυσιάσουμε στις αμφιβολίες του λογικού νου, του φοβιτσιάρη νου, που ξεχνά ότι ο στόχος δεν είναι κάποιο υλικό ή άλλο απόκτημα, παρά να βιώσουμε την αυτοϋπέρβαση. Ας μετρήσουμε αυτό που ποθούμε όχι με τα μέτρα του κόσμου, ας δώσουμε στη θέλησή μας μια αξία παραπάνω, γιατί είμαστε εμείς. Τη θέλησή μας θα την υποστηρίξουμε με ό,τι περισσότερο έχουμε, διότι χωρίς τη θέληση δεν είμαστε παρά σκόρπιες σκέψεις και πράξεις. Γινόμαστε ευκαιρίες χαμένες, όνειρα ανεκπλήρωτα, πόθοι ενταφιασμένοι, ψυχές που πενθούν.

Μέγας αντίπαλος της θέλησης είναι η αμφιβολία. Η αμφιβολία σκοτώνει, διότι μας κάνει να αναζητούμε εναγώνια τη λύση -την ουσία- έξω από μας, στη στενή πραγματικότητα. Η αμφιβολία είναι η ψυχική διάσπαση που εξουθενώνει τη θέληση υποβιβάζοντάς τη στην πεζή πραγματικότητα. Το ζητούμενο είναι η θέληση που υπερβαίνει τις αμφιβολίες. Αυτή τη θέληση είναι εύκολο να τη βρούμε. Σκονίζεται συνήθως κάτω από τον σωρό των αμφιβολιών που καταπλάκωσαν την αθωότητά μας. Αρκεί να ονειρευτούμε ξανά ποιοι θέλουμε να ‘μαστε και οι αμφιβολίες θα διαλυθούν. Με τη δύναμη μιας πύρινης θέλησης ας πορευθούμε πλέον προς τα ‘κει που η ψυχή μας σκιρτά, προς την ουσία μας.

Κι αν κάποτε νομίσεις πως αυτό που ήθελες δεν το βρήκες, αναρωτήσου απλώς ποιος κατάφερες να γίνεις. Κι αν ο έμπρακτος στόχος δεν εκπληρωθεί, η ψυχή σου θα έχει γίνει αντάξιά του. Αυτό δεν ήταν λάθος, μα μια ψυχή που πορεύεται προς την αλήθεια της. Μην αναζητάς πια εκ των προτέρων την ουσία στον εξωτερικό κόσμο, δεν υπάρχει εκεί. Μην αγωνιάς το επόμενό σου βήμα να είναι το απόλυτα ζυγισμένο, στη διαδικασία αυτή θυσιάζεις το όραμά σου στη θανατερή αμφιβολία. Όσο κι αν προσπαθείς να το ξεχάσεις σε κατατρώει γιατί είσαι εσύ, γιατί είναι η χαρά που πόθησες μα από φόβο αρνήθηκες. Η ζωή δε θα μπορέσει να σου αρνηθεί κάτι αν εσύ ο ίδιος δεν το αρνηθείς στον εαυτό σου.

Ρώτα μονάχα: τι είναι αυτό που κάνει την ψυχή μου να αναθαρρεί; Η ουσία δε βρίσκεται κάπου κρυμμένη για να την ανακαλύψουμε εκ των προτέρων. Κρυμμένη είναι μονάχα μέσα μας και αγωνιά να μας κάνει αυτό που μπορούμε να ‘μαστε. Έξω είναι όλα σκόρπιος αέρας πριν τους εμφυσήσουμε την ψυχή μας˙ την ουσία τη φτιάχνουμε όταν μέσα στις επιλογές μας υπάρχουμε ως όντα με ψυχή και θέληση. Με την πράξη μας κάνουμε εμάς αντάξιους του αποτελέσματος και το αποτέλεσμα αντάξιό μας, διότι αυτό που ψάχνουμε είναι η δική μας Άνοιξη. Κι αν δε σπείρουμε ατόφιο τον εαυτό μας και μονάχα αυτόν, πώς περιμένουμε για μας κάτι όμορφο να ανθίσει;