Είναι θλιβερό να σκεφτούμε ότι οι Χριστιανοί, συχνά στον τομέα αυτόν, εκφράστηκαν ηθικολογικά, με λύπη και ενοχή. Ενώ διαθέτουν απεριόριστα αποθέματα, για να αποκατασταθεί η σεξουαλικότητα σαν μυστήριο της αγάπης.
Διάβαζα τελευταία σε μια επιθεώρηση, που μάλιστα είναι αντιθρησκευτική, αυτό το κείμενο του Giraudoux: «Το ζευγάρι υπήρχε από πάντα. Ο Θεός δεν εδημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα τον ένα μετά τον άλλον… Δημιούργησε δύο σώματα δίδυμα, ενωμένα με σαρκικά δεσμά που τα χώρισε σε μια έξαρση εμπιστοσύνης την ημέρα που δημιούργησε την τρυφερότητα».
Αντηχεί εδώ ο θεμελιώδης λόγος: «Και ο Θεός ἐποίησεν τόν ἂνθρωπο κατ’ εικόνα εαυτοῦ· ἂρσεν και θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς».
Το ζευγάρι είναι ίσως η ομορφότερη εικόνα του Θεού. Αυτός που αναρωτιέται πάνω στο πρόβλημα της Φύσης του Θεού και της Ουσίας του, αν ζήσει μια μεγάλη αγάπη δεν του μένουν πια ερωτήματα. Μέσα σ ’αυτή την ανταλλαγή βλεμμάτων, που το ένα βυθίζεται στο άλλο μέχρι το κέντρο που ονομάζουμε ψυχή, υπάρχει μια ολοζώντανη εικόνα της Τριάδος του Θεού- Αγάπη για τον οποίο μιλά ο Δάντης: «η Αγάπη που κινεί τον ήλιο, και τ’ άλλα αστέρια.»
Ο Θεός χρησιμοποιεί την ανθρώπινη αγάπη για να εισέλθει απαρατήρητος μέσα στη ζωή των ανθρώπων. Η χαρά που δίνει κανείς στο αγαπημένο πρόσωπο, είναι τόσο δυνατή γιατί μέσαθέ της, δίνεται ο ίδιος ο Θεός… γιατί μέσα απ’ αυτήν οι αγαπημένοι χορταίνουν την αιωνιότητα του Θεού.
Ίσως γι’ αυτό η βεβήλωση της αγάπης είναι κάτι σαν ιεροσυλία… Η λατρεία της σάρκας για την σάρκα είναι σαν την λατρεία του χρυσού μόσχου. Ο Μωυσής τρελός από οργή κομματιάζει το μόσχο και τον δίνει σ’ αυτούς που τον λατρεύουν, να τον φάνε.
Δεν πιστεύω πως είναι απαραίτητο να μιμηθούμε το Μωυσή: αυτός που φτάνει σε κορεσμό σάρκας, αηδιάζει. Και η μεγάλη του δυστυχία, χρειάζεται οπωσδήποτε άπειρη ευσπλαχνία…
Η επιθυμία χωρίς αγάπη είναι στ’ αλήθεια μια χοντροκομμένη παρωδία. Ο Giono μιλά γι’ αυτό, με μια γλώσσα που αξίζει αναμφίβολα περισσότερο από την γλώσσα κάθε ηθικολόγου: «Δεν είχες ποτέ τόσο διαπεραστικό βλέμμα, για να περάσει μέσα απ’ το δέρμα μου. Αρκεί να σε κοιτάξει κάποιος στα μάτια, για να καταλάβει πως έχω δίκιο. Τι θα κατάφερνες να δεις μ’ αυτά τα μάτια; Σάρκα ζεστή που θέλεις ν’ αγγίξεις. Αυτό είναι όλο. Τι νοιώθεις μέσα σου όταν μ’ αγγίζεις; Αυτήν τη ζεστασιά, το γλυκό μου κορμί, αυτό είναι όλο. Πιστεύεις πως μια μέρα θα μπορέσεις ν’ αφουγκραστείς τον κτύπο που κάνει το αίμα μου; Ποτέ. Δεν ακούς… Δεν ακούς.
Έχεις εγωιστικά αυτιά και μάτια και χέρια. Βλέπεις για τον εαυτό σου. Ακούς αγγίζεις και παίρνεις για τον εαυτό σου. Κοιτάζεις. Τι βλέπεις; Τίποτα. Βλέπεις μόνο ότι μπορεί να σου φέρει ευχαρίστηση. Τίποτα περισσότερο.»
Από τότε που η ανθρώπινη αγάπη εκφυλίστηκε, η ανθρώπινη ζωή έχασε τ’ αλάτι της, τη γεύση της, τ’ άρωμά της, τα χρώματά της… Τελευταία ήμουν σε μια νεανική συγκέντρωση. Αυτό το λέγανε γιορτή. Βρίσκονταν εκεί τρεις ή τέσσερις χιλιάδες, ξαπλωμένοι στο χορτάρι, σε βαθιά πλήξη. Ήτανε για κλάματα. Αλλά αν στη συμπεριφορά αυτή του κορεσμού και της απογοήτευσης, δεν έχουμε να αντιτάξουμε, παρά επιπλήξεις, η κατάσταση θα χειροτερέψει…
Το σατανικό μικρό αυτό παιγνίδι, η κραιπάλη, νομίζω ότι έχει ένα σκοπό: να σπρώξει τον άνθρωπο σ’ ένα μίσος για τον εαυτό του, να τον φτύσει κατάμουτρα. Γι’ αυτό το ζήτημα, ο Bernanos έχει να μας πει σημαντικά λόγια:
«Η ανηθικότητα δεν αναιρεί την γνώση του Θεού, εκμηδενίζει την ανάγκη της. Δεν πιστεύετε πια, γιατί δεν επιθυμείτε πια να πιστέψετε. Δεν επιθυμείτε πια να γνωρίσετε τους εαυτούς σας. Αυτή η βαθιά αλήθεια, η δική σας αλήθεια δεν σας ενδιαφέρει πια… Δεν επιθυμείτε πια την δική σας χαρά. Δεν μπορείτε να αγαπήσετε παρά εν Θεώ, δεν αγαπιέστε πια».
Πρέπει οι συγγραφείς και οι ποιητές να μας βοηθήσουν να ξαναβρούμε το μυστικό νόημα της αγάπης. Ο υποβιβασμός της ένωσης του ζευγαριού στο καθήκον για την διαιώνιση του είδους, η ποινικοποίηση, ο εξευτελισμός για τα ολισθήματα και τις παραβάσεις είναι ίσως αυτές οι καταχρήσεις που προκάλεσαν και τις αντίστροφες.
Πρέπει να ξαναπούμε, σ’ όλους τους τόνους, ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι για τους Χριστιανούς ένας χώρος καταραμένος, αλλά μια από τις τελευταίες οάσεις ποίησης, δροσιάς, ελευθερίας, δημιουργίας, μυστηρίου μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο του τσιμέντου και της βίας.
Olivier Clement: Ίσως ένας ανανεωμένος Χριστιανισμός μπορεί σήμερα να κάνει πολλά για να ξαναβρεθεί η αγάπη. Μερικές φορές σαν Χάρη. Στην αρχική του κατάσταση που πρέπει να θυμηθούμε ότι ήταν παραδεισιακή, ο έρωτας είναι αξεχώριστος από την Πνοή της ζωής, από το Άγιο Πνεύμα που οδηγεί το κάθε τι να βρει την πλήρωσή του, μέσα στην ομορφιά. Ο έρωτας δεν βρίσκει το νόημά του παρά στην μακρόθυμη συνάντηση δύο προσώπων, η οποία δίνει περιεχόμενο στην ζωή ολόκληρη, στην γη ολόκληρη και μέσα απ’ αυτήν ανοίγεται στην Χάρη.
Βέβαια με την αγωνία και την αλαζονεία, με την φυγή μακριά από τον Θεό ο έρωτας βρίσκεται μπλεγμένος με τον θάνατο. Από τότε όμως που το πάθος μεταμορφώθηκε από ένα Άλλο Πάθος, ο Θάνατος – Ανάσταση του έρωτα προσφέρθηκε όχι μόνο στον μοναχό, αλλά στον άνδρα και την γυναίκα που ψηλαφούν τον δρόμο για μια φιλία πιστή και που η επιθυμία γι’ αυτήν γίνεται γλώσσα. Αυτή είναι η παραδοσιακή αντίληψη του «λευκού γάμου», που αργά ή γρήγορα, δεν μπορεί να προχωρήσει, χωρίς μια άσκηση το ίδιο απαιτητική με εκείνη των μοναχών. Η επιθυμία μπλεγμένη με τον θάνατο αγνοεί το μυστικό του προσώπου. Το μυστικό το βρίσκουμε στον Θεό. Ο Χριστός μας το αποκαλύπτει στην Κανά, όταν μεταμορφώνει το «ὒδωρ» του πάθους, το νερό που όπως αναζωογονεί έτσι και πνίγει, σε ευχαριστιακό οίνο.
Η επιθυμία μπλεγμένη με τον θάνατο, αγνοεί τον άλλον, γιατί προσμένει από τον άλλον, το απόλυτο.
Η επιθυμία περασμένη από τον Θάνατο – Ανάσταση, ανοίγεται λίγο-λίγο στην ταπεινή και σπαρακτική αποκάλυψη του άλλου.
Η επιθυμία μπλεγμένη με τον Θάνατο ονειρεύεται ένα αρχέγονο ανδρόγυνο.
Η επιθυμία περασμένη από τον Θάνατο – Ανάσταση, μαθαίνει πως η ένωση βρίσκεται εν Θεώ και πως ο άνδρας και η γυναίκα πρέπει να γνωρίσουν και να σεβαστούν ο ένας τον άλλον με αμείωτη ένταση για να συναισθανθούν την ένωση αυτή.
Όλα βέβαια είναι μπλεγμένα και είναι πιο εύκολο να μιλάμε για διακρίσεις, παρά να τις ζούμε (προ πάντων όταν το να ζεις σημαίνει πέρασμα από θάνατο). Όλα είναι μπερδεμένα, η διαφορά των φύλων, που αναζητά την ενότητα της φύσης, και η διαφορά των προσώπων, που ζητά μια αμοιβαία αναγνώριση.
Όταν δύο πρόσωπα ανταμώνουν σε μια ψυχική συνάντηση σαν κι αυτή που αναφέραμε πριν, συμβαίνει η επιθυμία να έχει καταργηθεί. Συμβαίνει επίσης να κατακλύζει τα πάντα με μια βία θανατηφόρα κι ωστόσο ένα αληθινό συναίσθημα σιγά σιγά να κυριαρχεί και να ειρηνεύει. Ο Δαβίδ αναστατωμένος από την ομορφιά της Βησθαηδά, ομορφιά του σώματος, ενεργεί για να σκοτωθεί ο άνδρας της. Όμως ο προφήτης Νάθαν δεν του ζητά να την εγκαταλείψει. Ένα παιδί πεθαίνει, αλλά το άλλο θα είναι ο Σολομών, και στον ορίζοντα του χρόνου μαντεύουν, κεντρισμένο στην σειρά αυτή, τον Μεσσία.
Ο Θάνατος – Ανάσταση της επιθυμίας, είναι αρχικά η άρνηση να αντικειμενοποιήσουμε την σεξουαλικότητα. Άρνηση να την αντικειμενοποιήσουμε μέσα από τις τεχνικές της, ενάντια στους ισχυρισμούς της θεωρούμενης σεξουαλικής εκπαίδευσης της Δύσης, ενάντια στους εκβιασμούς των εμπόρων. Αλλά ακόμη άρνηση να την αντικειμενοποιήσουμε μέσα στην έκστασή της, όπως στον ινδουιστικό ερωτισμό, όπως αναμφίβολα στην «ιερή» πορνεία που η Βίβλος απεχθάνεται. Στο « Άσμα ασμάτων» η δόξα των σωμάτων έχει την θέση της, σε μια μακρόχρονη και δύσκολη ιστορία αγάπης. Το Άσμα συμβολίζει την αγάπη του Θεού και του λαού Του, την αγάπη της ψυχής και του Θεού της και γι’ αυτό ακριβώς μπορεί να εκφράσει, ακόμη, την αγάπη ενός άνδρα και μιας γυναίκας.
Stan Rougier: Όλοι οι σεξολόγοι, από τον Freud ως τον Muldworf, περνώντας από τον Hesnard βεβαιώνουν: στην σεξουαλικότητα υπάρχει κάτι άπειρα περισσότερο από τον ερωτισμό. Η αναζήτηση της ηδονής για την ηδονή, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Το ουσιαστικό βρίσκεται αλλού: Το ουσιαστικό είναι η ποιότητα της συναισθηματικής σχέσης. Η συναισθηματικότητα λέει ο Muldworf δεν είναι πολυτέλεια… Ο σεξουαλικός έρωτας περιέχει άρρηκτα δεμένες την διάσταση της τρυφερότητας και την αισθησιακή διάσταση. Γι’ αυτό στην Σουηδία, οι νέες γενιές έχουν αρχίσει να μπουχτίζουν από τα λαϊκά και υποχρεωτικά τμήματα πρακτικής σεξουαλικής αγωγής. Οι ποιητές είναι ίσως οι μόνοι ικανοί να βρουν τις λέξεις που ταιριάζουν στον τομέα αυτόν.
Olivier Clement: Ναι είναι η μόνη γλώσσα ταυτόχρονα συμφωνική και ανοιχτή στη σιωπή, που δεν προδίνει ούτε τον άλλο, ούτε την γη, ούτε τον Θεό…
Ο Θάνατος – Ανάσταση της επιθυμίας γίνεται ύστερα όρκος που δεν τηρείται. Όλα αλλάζουν, όλα πεθαίνουν και πρώτα απ’ όλα το πάθος. Να ισχυριστούμε ότι ο γάμος θεμελιώνεται στο πάθος, όπως το θέλησε η εποχή, σημαίνει την καταδίκη του κι αυτό το κατάλαβαν καλά οι νέοι. Εκείνο που δεν ξέρουν, γιατί κανείς δεν τολμά πια να τους το πει, είναι ότι ο όρκος αυτός είναι δυνατός, πέρα από κάθε συναισθηματισμό, αν μπορέσει να αγκυροβολήσει στην αιωνιότητα του ζώντος Θεού. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη αγάπη, με την χάρη του μυστηρίου, χάρη που αποκαλύπτει και απελευθερώνει την πιο βαθιά της πραγματικότητα, μπορεί να περάσει από την αμφίβολη ιερότητα της επιθυμίας στην μυστική ιερότητα και καθαρότητα των προσώπων. Στην πνευματική ζωή του καθενός, οι καιροί της ξηρασίας και της ερήμωσης, δεν είναι αναγκαστικά αποτυχίες, αλλά επιτρέπουν τις απαραίτητες ρωγμές. Με τον ίδιο τρόπο στην πορεία του ζευγαριού, οι περίοδοι της απομάκρυνσης και της αβεβαιότητας μπορεί να καταλήξουν, αν η πίστη είναι ζωντανή σε μια ανανεωμένη συνάντηση. Στον Χριστό, η θεία αγάπη και συγνώμη προηγούνται και θεμελιώνουν για μας, την δυνατότητα της ανθρώπινης αγάπης και συγχώρεσης. Η αποτυχία είναι πιθανή. Ο Χριστιανικός γάμος δεν είναι νόμος αλλά χάρη και είναι δυνατόν να μην ανταποκριθούμε σ’ αυτό. Το ζευγάρι γίνεται τότε, τόπος που κυριαρχεί το μίσος και η φθορά. «Υπάρχουν καταστάσεις – έλεγε ένας Ρώσος θρησκευτικός φιλόσοφος ο Berdyaev – όπου το διαζύγιο δεν είναι δικαίωμα, αλλά καθήκον». Αλλά είναι επίσης δυνατό, ένα βαθύτερο πλησίασμα, η βίωση του «εις σάρκαν μίαν», κατά το κέλευσμα της Γένεσης που επανέλαβε ο Χριστός, ενώ παραμένει σαφής η ακεραιότητα των δύο υπάρξεων. Με το πέρασμα της ηλικίας, αν παραμεριστεί η οξύτητα και ο εκχυδαϊσμός μιας σχέσης, ο σεβασμός και η συντροφικότητα αυξάνουν και απλώνονται στις σχέσεις όπου ο καθένας έχει αφοσιωθεί. Να που ανάμεσα σε δύο υπάρξεις, δεν υπάρχει πια, όπως ήταν πάντα, ο θάνατος αλλά μια ανατολή. Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, όπως αυτό των Kadmine που περιγράφει ο Solzhenitsyn στην «Πτέρυγα καρκινοπαθών», οι εξόριστοι αυτοί που είχε συναντήσει στην κεντρική Ασία, γίνονται τώρα για όλους «οίκος» ευλογίας.
Ο Θάνατος – Ανάσταση του έρωτα είναι τελικά η ικανότητα να υπηρετείς, να δέχεσαι, να δημιουργείς από κοινού. Χωρίς να πέφτουμε σε λυρισμό και σε όρια αυστηρά περιορισμένα. Δύο στοιχεία μου φαίνονται βασικά: Από την μία μεριά η μοναχική βίωση του μυστηρίου από τον καθένα, αυτό το μοναχικό κελί που κάθε άνδρας και κάθε γυναίκα οφείλει να χτίσει μέσα του, όπου ο άλλος δεν μπαίνει, αλλά απ’ όπου ο καθένας αντλεί την ανανεωμένη δύναμη της συνάντησης. Από την άλλη μεριά η ευχαριστιακή κοινότητα, όπου συγκεντρώνονται οι οικογένειες, όπου και οι άγαμοι έχουν την θέση τους και όπου βιώνεται η εμπειρία της φιλίας και της αλληλοβοήθειας. Το ζευγάρι, η οικογένεια (πραγματικότητες που δεν πρέπει να ταυτίζονται εντελώς) έχουν επίσης ανάγκη από τον δικό τους ιδιαίτερο χώρο και από τον δικό τους χρόνο. Αλλά πρέπει να μάθουν να ζωογονούνται είτε με την περισυλλογή όσο απλοϊκή κι αν είναι, — ας πούμε σαν τον περίπατο κάτω από τ’ αστέρια – είτε στην καρδιά μιας ανοιχτής κοινότητας, όπως θα όφειλε να είναι η εκκλησιαστική κοινότητα…
Μέσα σ’ αυτήν την πνευματική γονιμότητα του ζευγαριού, εγγράφεται η μορφή του παιδιού. Η τεκνοποίηση δεν συνιστά ούτε την δικαίωση, ούτε και την αποτυχία του έρωτα. Οι Χριστιανοί δεν είναι ούτε κτηνοτρόφοι, ούτε γνωστικοί. Δεν είναι δικαίωσή του, γιατί το πρόσωπο και η συνάντηση των προσώπων, βαραίνουν περισσότερο από την διαιώνιση του είδους: ένα ζευγάρι στείρο βιολογικά μπορεί να είναι γόνιμο πνευματικά… Δεν είναι ούτε αποτυχία του, γιατί ο έρωτας στην χριστιανική προοπτική, δεν είναι η αναζήτηση μιας αρχέγονης πληρότητας που χάθηκε εδώ στην γη με τον χωρισμό των φύλων. Ο έρωτας μπορεί να προσφερθεί στον απόλυτο Άλλο, τον ζώντα Θεό, για να φανερωθεί σε ένα άλλο απόλυτο το παιδί, αυτός ο μυστηριώδης καλεσμένος του ζευγαριού…
Το ζευγάρι γνωρίζει λιγότερο ή περισσότερο την χαρά μιας κάποιας αμοιβαιότητας. Με το παιδί βρισκόμαστε σε βιολογική και ψυχολογική εγγύτητα — γοητευτική μερικές φορές, αλλά που ωστόσο πρέπει να το προετοιμάσουμε από την αρχή, μέσα στην ελευθερία. Του προτείνουμε την πίστη, αλλά κυρίως η πίστη απαιτεί την ελευθερία. Έρχεται η στιγμή, όπου δεν θα υπάρχει παρά ο σεβασμός μια αναπόφευκτης απόστασης, το παράδειγμα ίσως και προσφερόμενη υποδοχή, και κυρίως η προσευχή, και κυρίως ο πόνος μπροστά στον πόνο που κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει — δηλαδή γι’ άλλη μια φορά προσευχή. Τότε αισθανόμαστε αυτό που είναι η αγάπη, και πως η αγάπη δεν είναι η επιθυμία.
(περιοδικό “Ερουρέμ”, χειμώνας 1985)
Το κείμενο είναι αναδημοσίευση από το antifono.gr.