Ιδιαίτερα στη μέτα-καραντίνα εποχή, σπάνια θα συναντήσεις κάποιον που να μην έχει γεμίσει τον κενό του χρόνο παρακολουθώντας κάποιο ριάλιτι. Η πιο εύκολη εξήγηση αυτού του φαινομένου πάει κάπως έτσι: λόγω του ελάχιστου, ή και του άπλετου ελεύθερου χρόνου , ο άνθρωπος είτε ψάχνει τρόπο να αποσυμφορηστεί από την ένταση της καθημερινότητας είτε προσπαθεί να καλύψει το πρόγραμμα της ημέρας του με κάποια ασχολία που να είναι ευχάριστη και εύπεπτη. Οπότε κάθεται αναπαυτικά στον καναπέ του, παίρνει το σνακ του και ψάχνει στη τηλεόραση ή στο YouTube τον τρόπο να αδειάσει το μυαλό του και να γεμίσει τον χρόνο του. Είναι όμως τόσο απλό;

Αν παρακολουθήσει κανείς τα ριάλιτι που παίζουν σήμερα στην ελληνική τηλεόραση θα παρατηρήσει κάποια κοινά μοτίβα. Αυτά μπορεί να είναι το δοκιμασιοκεντρικο θέμα, η αξιολόγηση των προσπαθειών από κάποιους/ον κριτές/ή, η απομόνωση των συμμετεχόντων από τον έξω κόσμο και κυρίως η προβολή του χαρακτήρα τους. Και εδώ είναι το κλειδί. Γιατί οι συνθήκες ανταγωνισμού, κουραστικών γυρισμάτων και αποξένωσης των διαγωνιζομένων τους αναγκάζουν να προβάλλουν τον ωφελιμιστικο τρόπο σκέψης τους, την εύθικτη και την προκλητική πλευρά τους. Γιατί η όποια αξιολόγησή τους είναι αδιαφανής για το τηλεοπτικό κοινό, αφού μπορεί να δει και να ακούσει μόνο αυτά που η εκπομπή του επιτρέπει. Με άλλα λόγια, η κοινή θεματική τους κατεύθυνση είναι να δημιουργήσουν δίπολα, αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, ίντριγκα.

Τα τηλεοπτικά κανάλια ξέρουν ακριβώς τι κάνουν. Οι κινήσεις τους είναι καλά υπολογισμένες, γιατί μπορούν και αφουγκράζονται τις ανάγκες του κοινού. Εύκολα μπορούν να καταλάβουν ποιες είναι οι εκπομπές που θα έχουν υψηλή θεαματικότητα. Οπότε το ίδιο εύκολα θα «ρισκάρουν» και θα επενδύσουν σε τέτοιες παραγωγές που οι πιθανότητες δείχνουν ότι θα είναι επιτυχημένες.

Και οι πιθανότητες συνήθως τους ευνοούν : οι εξελίξεις των ριάλιτι γίνονται viral και ξεκινούν συζητήσεις. Παρέχουν περιεχόμενο σε μεσημεριανές εκπομπές, ιστοσελίδες ειδήσεων και διαδικτυακά σατιρικά κανάλια. Αποτελούν το μονοπώλιο στα social media τις ημέρες που προβάλλονται, ίσως γιατί είναι καθησυχαστικό το γεγονός ότι η ανθρώπινη ανοησία είναι πολύ μεγαλύτερη από όση φανταζόμαστε ή απ΄ όση μπορούμε να ταυτιστούμε.

Τι όμως είναι αυτό που τα κανάλια τόσο πετυχημένα εικάζουν; Είναι η ανάγκη των θεατών να συμμετέχουν σε αυτές τις εκπομπές και να επηρεάζονται συναισθηματικά από αυτές. Είναι η ανάγκη να μπαίνουν αυτοί στη θέση των κριτών και να αξιολογούν και αυτοί τους διαγωνιζόμενους. Και όχι μόνο αυτό. Γιατί καταλήγουν ακόμα να αξιολογούν ακόμα και τον χαρακτήρα τους, τις επιλογές τους ,το background τους. Μια ιδιότητα που, ηθελημένα, παραχωρείται αποκλειστικά στους τηλεθεατές.

Παράλληλα, η ύπαρξη των σεζόν καθιστά τις εκπομπές αυτές διαχρονικές και ανοίγει μια νέα προοπτική στους τηλεθεατές, αυτή της δημόσιας έκθεσης. Η έκταση που παίρνουν τα ριάλιτι είναι πολύ δελεαστική για άτομα που θέλουν να προβληθούν για τον οποιοδήποτε λόγο, γνωρίζοντας βέβαια ότι αυτή η δημοσιότητα θα είναι μεν σχεδόν πανελλήνια αλλά και πρόσκαιρη. Παρόλα αυτά, οι συμμετοχές κάθε χρόνο αυξάνονται ενώ ταυτόχρονα τα «νούμερα» παραμένουν υψηλά, καλύπτοντας έτσι το κόστος παραγωγής αυτών των εκπομπών.

Κλείνοντας, είναι τουλάχιστον καθησυχαστικό να θεωρούμε τα ριάλιτι εκπομπές εύκολες λύσεις από την πλευρά των καναλιών, γιατί έτσι αδιαφορούμε για την ουσία. Η πραγματικότητα είναι ότι έχουν γίνει το μέσο πλουτισμού των καναλιών, μια ανοικτή παράσταση με κέντρο τον ανθρώπινο εξευτελισμό, την αποχαύνωση και τη φτηνή δημοσιότητα, επιβεβαιώνοντας όσο ποτέ άλλοτε τον Χάξλεϊ : “οι άνθρωποι θα καταλήξουν να επιδιώκουν την παρακολούθησή τους από τον οποιονδήποτε (καταπιεστή) και θα γελούν αντί να σκέπτονται, αλλά δεν θα ξέρουν γιατί γελούν ούτε για ποιον λόγο έχουν σταματήσει να σκέπτονται”.