Ζούμε σε μια χρονική περίοδο στην οποία η πληροφορία και η γνώση είναι πιο διαδεδομένες από ποτέ. Η νεότερη ιστορία είναι πλέον βιωματική, λόγω της τεχνολογικής καταγραφής της, ενώ η αγορά, η επιχειρηματικότητα και η τέχνη είναι παγκόσμια. Η συνθήκη αυτή παρέχει στο σύγχρονο άνθρωπο τη δυνατότητα να γνωρίσει συμπεριφορές, νοοτροπίες και στάσεις ζωής που καθίστανται παραδείγματα, πρότυπα. Η έμφυτη ανάγκη του, όμως, να ικανοποιήσει τον εγωισμό του πολύ εύκολα βγαίνει εκτός ελέγχου.. Ως αποτέλεσμα, αυτή η προσπάθεια εξέλιξης του ατόμου αποκτά ματαιόδοξα κίνητρα, δίνοντας στην έννοια του ανταγωνισμού μια σκοτεινή, εγωκεντρική χροιά.

Το να συγκριθείς με ομοειδείς σου περιπτώσεις στα περισσότερα αντικείμενα, είναι ανθρώπινη τάση. Αποκτά όμως ιδιαίτερο νόημα όταν αυτή η διαδικασία έχει μέτρο σύγκρισης κάτι ανώτερο, είτε υπαρκτό είτε φανταστικό. Διότι τότε το φυσικό επόμενο είναι να δημιουργηθεί, έστω η σκέψη, της προσέγγισης αυτού του υψηλότερου προτύπου. Είναι η πιο χειροπιαστή απόδειξη της έλλειψης, της μετριότητας ή – σε άλλη μετάφραση – του περιθωρίου βελτίωσης που ενέχει. Η συνθήκη αυτή μπορεί να πραγματοποιείται τακτικά, με συνέπεια βέβαια την ψυχική κόπωση αλλά και με το πλεονέκτημα της αναγνώρισης ότι η υπερηφάνεια που μας χαρακτηρίζει είναι αβάσιμη. Για αυτόν τον λόγο, το μέτρο και η συχνότητα αυτής δεν είναι προκαθορισμένη, και εξαρτάται από τις ψυχικές αντοχές και τον χαρακτήρα του καθενός. Οπότε λόγω του παραπάνω, ο άνθρωπος ταπεινώνεται και παράλληλα αναλογίζεται σχετικά με το αν επιθυμεί να παραμείνει σε αυτήν την κατάσταση, χωρίς να αποχωριστεί το comfort zone του, ή να βελτιωθεί.

Σε αυτό το σημείο, υπάρχει μια πολύ λεπτή γραμμή. Αυτοσκοπός της αλλαγής δεν πρέπει να είναι η εξιλέωση, η επαναφορά της ιδανικής αυτό-ιδέας, διότι τότε γίνεται εγωκεντρική. Αυτή καθίσταται ακόμα πιο επικίνδυνη, αν αναλογιστεί κανείς ότι αυτή η διαδικασία είναι πιθανόν να γίνεται χωρίς σκέψη, δημιουργώντας έτσι ενδεχόμενα να μετατραπεί αυτή η δράση σε συνήθεια.

Η ομορφιά της ανταγωνιστικότητας είναι ότι ωθεί τον άνθρωπο να βελτιωθεί, να αναμετρηθεί με τον ίδιο του τον εαυτό και να τον κρίνει αντικειμενικά. Να απολαμβάνει την πορεία από το ένα επίπεδο στο άλλο και να καταλήγει σε μια ενδοσκόπηση που του ξεκαθαρίζει ποια ήταν και ποια είναι η ιδιότητα που βελτίωσε. Ο σκοπός είναι προφανώς ατομοκεντρικός, αλλά από μια πιο απομακρυσμένη οπτική, θα μπορούσε κανείς να αναγνωρίσει ότι είναι η αρχή μιας συνεχούς αλυσίδας που καταλήγει στη συλλογική βελτίωση, με κάθε κομμάτι της να νοηματοδοτείται ,τελικά, απο την ευγενική ευχέρεια του χρήστη.