Η ευχή μάς ωθεί να οραματιστούμε για ελάχιστο χρόνο μια πραγματικότητα πιο κοντά στο ιδανικό, ίσως και ουτοπική. Αλλά είναι, νομίζω, κάτι άμεμπτο να οραματιζόμαστε ουτοπίες, μιας και αποτελεί (ευτυχώς) δυνατότητα του νου μας η απελευθέρωση από το ‘’εδώ και τώρα’’ και η διείσδυση στο ‘’επέκεινα’’ (1). Και στο επέκεινα μπορεί να είναι όλα εξιδανικευμένα.

Το νέο έτος που θα διανύσουμε φαντάζει ήδη δυστοπικό. Όμως, ορισμένες φορές συμβαίνει η πραγματικότητα που ζούμε να διαμορφώνεται όχι μόνο από εξωτερικούς παράγοντες αλλά και από την ψυχική μας διάθεση απέναντι σε αυτούς ή και από τον ψυχισμό μας και την κοσμοθεωρία μας εν γένει. Ας φαντάζει, λοιπόν, δυστοπικό. Για να υπάρξει μια διαφορετική θέαση της επερχόμενης δυστοπίας, είναι ανάγκη να ευχηθούμε:

  • Ο απάνθρωπος να γίνει άνθρωπος. Να βρίσκεται περισσότερη αγάπη μεταξύ μας. Η φράση αυτή επιδέχεται ποικίλες ερμηνείες. Παρόλα αυτά, δεν εννοείται κάτι λιγότερο ή περισσότερο από το άνοιγμα στον άλλον άνθρωπο, την ανοχή, την ευγενική καρδιά και ευγενή διάθεση απέναντι σε όποιον είναι άνθρωπος. Στοργή αστείρευτη. Ματιά αγαπητική. Προαίρεση άδολη.
  • Η ύπαρξή μας να ζει ελεύθερα. Να αυτοπροσδιοριζόμαστε. Να μην επιλέγουμε από τα ήδη επιλεγμένα. Το σμίλεμα της προσωπικής μας ταυτότητας, η ανάδειξη της μοναδικότητάς μας στην καθημερινότητα, η αυτόβουλη χάραξη της πορείας μας στη ζωή είναι έργα δύσκολα. Γι’ αυτό, στο ομογενοποιημένο παγκόσμιο χωριό, η διαφοροποίηση, η συνειδητοποιημένη κόντρα στη μετα-κοινωνία των μετανθρώπων και η κατά το δυνατόν αυτογνωσία φαίνεται να αποτελούν ανθρώπινες και τίμιες στάσεις ζωής.
  • Οι νέοι άνθρωποι να κινητοποιούνται ουσιαστικά προσπαθώντας, όπως σχεδόν στερεοτυπικά λέγεται, ‘’να σώσουν τον κόσμο’’. Μα ισχύει. Μπορεί να μην καταφέρουν να σώσουν ολόκληρο τον κόσμο αλλά μόνο ένα δάσος, μόνο εμένα ή εσένα. Έστω έναν. Κι αυτό το κάτι μετρά. Μακριά από τη νωθρότητα, τη ραθυμία, την υστεροβουλία, την α-βουλία, οι νέοι οφείλουν να επιδιώκουν, να παρεμβαίνουν, να δρουν, να αντιδρούν, χωρίς να σιωπούν. Όπως πολλοί ήδη πράττουν (για να μην καταστροφολογούμε). Αλλά αυτοί οι πολλοί δεν επαρκούν. Χρειάζονται πλείστοι γιατί και η δυστυχία είναι πολλή, οι συμφορές τεράστιες, το κακό τιτάνιο.
  • Η αλήθεια να έχει την πρωτοκαθεδρία. Πρώτα στα ιδιωτικά, στις διαπροσωπικές σχέσεις. Μετά και στο δημόσιο βίο, σε κάθε λόγο που εκφωνείται, σε κάθε είδηση που κοινοποιείται, σε κάθε υπόσχεση που δίνεται ενώπιον ακροατών ή αναγνωστών. Χάρη στην «αλήθεια» (α- στερητικό + λήθη < λανθάνω=διαφεύγω της προσοχής), τίποτα δεν μας διαφεύγει, τα πράγματα καθίστανται απλά και ξεκάθαρα και η ζωή μας εύκολη. Γι’ αυτό, ας της δίνεται το προβάδισμα σε κάθε έκφανση του βίου μας.
  • Ο Θεός να είναι περισσότερο παρών απ’ ότι απών. Όχι επειδή μάς εμφανίζεται. Αλλά επειδή Τον χρειαζόμαστε, επειδή εμείς Τον καλούμε να έρθει και να μας δείξει έλεος. Μια κοινωνία που φέρεται ολοφάνερα υβριστικά απέναντι στον Θεό, που εμπαίζει χωρίς ίχνος αιδούς τα θεία, που αντιδρά με χαιρεκακία μπροστά στον πόνο ιερέων και πιστών, πώς να μην ταλανίζεται; Ασυδοσία, άρση κάθε ηθικού φραγμού, παντελής έλλειψη συστολής. Γράφει ο Ντοστογιέφκσι: «Χωρίς Θεό, όλα επιτρέπονται».
  • Η ζωή να υπερισχύει του θανάτου. Ή ο θάνατος, η κοινή μοίρα όλων μας, να αντιμετωπίζεται με λιγότερο φόβο. Στην ιαπωνική ταινία Dreams, μια κοινωνία απεικονίζεται να γιορτάζει τον θάνατο ως την πεμπτουσία του βίου (2). Η σκηνή μπορεί να προκαλέσει, το λιγότερο, έκπληξη στον δυτικό άνθρωπο της ευμάρειας, της βραχυπρόθεσμης ευχαρίστησης και της παρωπιδικής βιοθεωρίας.

Οι ευχές που μπορεί κανείς να κάνει είναι πολλαπλάσιες και ο κόσμος που χτίζεται μέσω αυτών -για λίγα δευτερόλεπτα- ζωντανεύει μόνο στη φαντασία. Μα έτσι είναι φυσικό. Αναμφισβήτητα, ένας κόσμος με αγάπη και ανθρωπιά, ελεύθερες υπάρξεις, δρώντα υποκείμενα, αλήθεια, Θεό, ζωή, απαντάται, στην καλύτερη, σε ένα μυθιστόρημα. Ωστόσο, τελευταία ευχή είναι ό,τι κανείς εύχεται, να το επιδιώκει με τις πράξεις του, να το δουλεύει στη σκέψη του, να το κυνηγά με κάθε ευκαιρία. Άλλωστε, το τρέχον παρόν συμβάλλει ανεπαισθήτως στη διαμόρφωση του μέλλοντος.

Καλή χρονιά!

Παραπομπές

 

(1): Επέκεινα, όχι εδώ με την έννοια της μεταθανάτιας ζωής αλλά με την έννοια του μακριά, πέρα από όποιο χρονικό ή τοπικό σημείο.

(2): Ένας περιηγητής επισκέπτεται ένα χωριό στο οποίο οι άνθρωποι δεν έχουν ηλεκτρισμό και ζουν αποκλειστικά με ό,τι τους προσφέρει η φύση. Ενώ συζητά με έναν γέροντα, ακούγονται ξαφνικά τραγούδια και μουσικές σαν από μια εορταστική πομπή. Τότε ο ταξιδιώτης ρωτά τον γέροντα: «Υπάρχει κάποια γιορτή σήμερα;». Κι εκείνος του απαντά: «Όχι, μια κηδεία. Το βρίσκεις παράξενο; Μια ωραία, χαρούμενη κηδεία. Είναι καλό να δουλεύεις σκληρά, να έχεις μακρά ζωή και μετά να σε ευχαριστούν. Δεν έχουμε ναό ή ιερέα εδώ. Οπότε, όλοι οι χωρικοί κουβαλούν τον νεκρό μέχρι το νεκροταφείο στον λόφο. Δεν μας αρέσει όταν νέοι άνθρωποι ή παιδιά πεθαίνουν. Είναι δύσκολο να γιορτάσεις μια τόσο μεγάλη απώλεια. Αλλά ευτυχώς οι άνθρωποι του χωριού έχουν έναν τρόπο ζωής κοντά στη φύση. Οπότε αποβιώνουν σε βαθιά γηρατειά. Η γυναίκα που θάβουμε σήμερα έζησε μέχρι τα 99. Να με συγχωρείς, αλλά πηγαίνω να συμμετάσχω στη διαδικασία».