Απόσπασμα από το βιβλίο “Κόκκινοι ή νεοφιλελεύθεροι; Η αποδόμηση της μεταμοντέρνας αριστεράς” του Ανδριανού Έριγκελ


Ένας «ανεκτικός» καπιταλισμός

Η νέα Αριστερά, παραμένοντας προσκολλημένη στην πολιτική κριτική του καπιταλιστικού κράτους, έχει υποτιμήσει την πιο καθοριστική πηγή των προηγούμενων κοινωνιών: την παγκοσμιοποίηση. Αυτή συνίσταται –όπως επισημαίνει ο Ουελλέ- «στην επέκταση της εμπορευματοποιήσεως στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, ούτως ώστε το κεφάλαιο να παγιώνεται ως ιστορικό υποκείμενο της νεοτερικότητας και η εμπορική αξία ως παγκόσμιος κανόνας ρυθμίσεως των κοινωνικών πρακτικών (…) Ο μεταμοντερνισμός, ασκώντας επιρροή στα ζητήματα αναγνώρισης, ταυτότητας και διαφορετικότητας, συμμετέχει στις νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις της νέας οικονομίας βοηθώντας την να ξεφύγει από την ψυχρή και αυστηρή μορφή της φορντικής τεχνοκρατικής οργάνωσης». Ο μεταμοντερνισμός δεν είναι παρά το νέο δέρμα του προοδευτικού, αμαρτωλού και ανεκτικού (cool) καπιταλισμού. Αυτός δεν είναι, προ πάντων, «ομοφοβικός», ετεροπατριαρχικός ή εθνοκεντρικός αλλά, εάν υπάρχουν οφέλη, είναι ακριβώς το αντίθετο. Πρόκειται για μια πρόδηλη αλήθεια, αλλά ωστόσο είναι δύσκολο να αποδεχθεί από όσους δικαιολογούνται από την ύπαρξη ενός φανταστικού εχθρού: του καπιταλισμού ως μια πατριαρχική, συντηρητική και αυταρχική τάξη πραγμάτων.

Όχι, η Αριστερά δεν χρήζει βοηθείας για να υποπέσει σε σφάλματα. Επειδή ο μεταμοντερνισμός πόρρω απέχει από το να αποτελεί ένα δημιούργημα του ίδιου του νεοφιλελευθερισμού, οι καταβολές του μεταμοντερνισμού βρίσκονται στην ίδια την Αριστερά. Κατά τις απαρχές του κάποιοι έφθασαν μέχρι του σημείου να παρουσιάσουν τον μεταμοντερνισμό ως μια νέα αναθεώρηση εντός του μαρξισμού. Οι θεωρητικοί της δεκαετίας του 1960 πίστευαν ακράδαντα ότι έθεσαν τα θεμέλια για μια νέα επαναστατική πράξη. Όμως, η αναθεώρηση –για να το πούμε στην καθομιλουμένη- εκτροχιάστηκε λόγω απότομου φρεναρίσματος. Όντας πια μεταμοντέρνα, η Αριστερά έπαψε να είναι μαρξιστική, έπαψε να ταυτίζεται με τις εργατικές τάξεις και άρχισε να επεξεργάζεται ιδεολογικά εμπορεύματα τα οποία –μετά τις αναγκαίες αναθεωρήσεις- μπορούσαν να υιοθετούν από τα φιλελεύθερα και τα δεξιά κόμματα. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Η Αριστερά βρίσκεται αντιμέτωπη με την επείγουσα αναγκαιότητα διαφοροποιήσεως. Και για να το κάνει αυτό πρέπει να οχυρωθεί και να ριζοσπαστικοποιήσει το διακύβευμα, επωμιζόμενη την κλιμακούμενη δυσπιστία που τρέφουν για αυτήν οι εργατικές τάξεις, για τις οποίες οι μεταμοντέρνες σταυροφορίες –όπως παραδείγματος χάριν τα «διεμφυλικά παιδιά», οι «διατομεακές διακρίσεις», ο «λόγος χωρίς αποκλεισμούς», ο αντισπισισμός, η «γυναικεία αδελφότητα και αλληλεγγύη έναντι των διακρίσεων που υφίστανται οι γυναίκες» (sororidad), η πρόβλεψη ύπαρξης ξεχωριστής δημόσιας τουαλέτας ειδικά για διεμφυλικά άτομα και οι ποικίλες εκδηλώσεις «φαλλοκρατίας» στην καθημερινή ζωή- είναι, τουλάχιστον, δευτερεύουσας σημασίας.

Η μεταμοντέρνα Αριστερά είναι συνυφασμένη με τον νεοφιλελευθερισμό, και αυτή είναι μια απολύτως φυσιολογική συνύφανση. Όταν η νέα Αριστερά απορρίπτει την λέξη «λαός» (για να την αντικαταστήσει με την λέξη «πολίτες», «άνθρωποι» ή «πλήθη») και συντάσσεται με τους νεοφιλελεύθερους βάλλοντας κατά του «λαϊκισμού» (θεωρώντας τον ως «εκ της Δεξιάς» εκπορευόμενο), αυτό που κάνει, στην πραγματικότητα, είναι να ανακαλύπτει εκ νέου την οικεία αλήθεια της, να ανακτά τα προοδευτικά της συστατικά γνωρίσματα, να απορρίπτει την ιστορική εκείνη δέσμευση που, από την αυγή του 20ου αιώνα, την συνέδεσε, κατά περιστασιακό τρόπο, με τις λαϊκές τάξεις. Η κατάληξη είναι εκείνη η Αριστερά που επιχορηγείται από τους διεθνείς φιλανθρωπικούς κερδοσκόπους, εκείνη η αλαζονική Αριστερά που οι Γάλλοι την αποκαλούν «Αριστερά-μπομπό» (μπουρζουάδικη-μποέμικη).

Πρόκειται για την πιο αντιλαϊκή και ελιτιστική Αριστερά που υπήρξε ποτέ.

Και όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα θρησκευτικά συστήματα, αυτό στο οποίο αποσκοπεί είναι στην δημιουργία του «νέου ανθρώπου».

Μια νέα πεφωτισμένη τυραννία

Για να προβούμε σε μια ταξική ερμηνεία του φαινόμενου της μεταμοντέρνας Αριστεράς θα πρέπει να προσδιορίσουμε ποιας τάξης τα συμφέροντα εξυπηρετεί.

Οι καταβολές του μεταμοντερνισμού δεν θα πρέπει να αναζητηθούν ούτε στους πιο μειονεκτικούς τομείς της κοινωνίας, ούτε στην μικροαστικής τάξη, ούτε στα μεσαία στρώματα, ούτε στο νεαρής ηλικίας «πρεκαριάτο», που ζει στις πόλεις και αποτελεί το μεγάλο του στρατηγικό στοίχημα.  Όλοι αυτοί οι τομείς είναι τα παθητικά του υποκείμενα. Ο μεταμοντερνισμός είναι μια ιδεολογία που διαδίδεται «από πάνω προς τα κάτω». Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί που βρίσκονται «από πάνω»;

«Μια κυρίαρχη, ηγεμονική τάξη, έξωθεν της κοινωνικής ιεραρχίας»: ιδού πώς την ορίζει ο Τρισκανό. Μια «Νέα Τάξη» υπερεθνική, κοσμοπολίτικη και παγκοσμιοποιημένη, δήλωνε πριν από κάποιες δεκαετίες ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Κρίστοφερ Λάς (Christopher Lasch). Είναι οι Αγρότες; Οι Τράπεζες; Τα Χρηματιστήρια; Η διάχυτη και ασαφής φύση αυτής της Νέας Τάξης καθιστά δύσκολη την απόδοση ενός ακριβούς ορισμού. Πρέπει να αποφευχθεί μια παρανοϊκή, συνωμοσιολογικού χαρακτήρα, φρασεολογία. Η Νέα Τάξη δεν είναι μια συνωμοσία. Είναι μια δυναμική και ένα σύστημα.

Η Νέα Τάξη αντιπροσωπεύει τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό σε πλήρη αφαίρεση και αποτελεί ένα εντελώς αφηρημένο σύμπαν που διέπεται από καθολικές «αξίες», διαχωρισμένες από την φυσική και την άμεση πραγματικότητα στην οποία ζουν οι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Είναι μια υπερτάξη (overclass) χωρίς σύνορα, κοσμοπολίτικη και νομαδική, η οποία καθίσταται κατανοητή μόνο στην πιο κοινή από όλες τις «γλώσσες»: το χρήμα.

Η παγκόσμια υπερτάξη συγκροτεί ένα σύστημα χωρίς συγκεκριμένη έδρα, που δεν διαθέτει ταυτότητα και το οποίο διαδίδεται παντού σαν ιός. Ωστόσο, τα μεταμοντέρνα χαρακτηριστικά του δεν θα πρέπει να μας κάνουν να μας διαφεύγει ότι, σε τελικά ανάλυση, εντάσσεται στα πρότυπα ιεραρχίας που περιέγραψε ο Παρέτο. Πρόκειται για ένα σύστημα κυριαρχίας. Την εσωτερική του δομή την έχουν περιγράψει συγγραφείς όπως ο Ντέιβιντ Ρόθκορφ (David Rothkorf), ο Τζεφ Φω (Jeff Faux) ο Σαμουήλ Τριγκανό και ο Μισέλ Τζεφρουά (Michel Geoffroy). Σχεδόν όλοι συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα σύστημα που είναι διαρθρωμένο σε ομόκεντρους κύκλους, τουτέστιν: η παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική ελίτ, η πολιτιστική βιομηχανία και η βιομηχανία των μέσων μαζικής ενημερώσεως και επικοινωνίας, η «κοινωνία των πολιτών» (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις), οι ελίτ που ασκούν την «διακυβέρνηση» (μέσω του ακαδημαϊκού, δικαστικού και του τεχνοκρατικού κλάδου). Στο DNA όλων αυτών των συλλογικών σωμάτων βρίσκεται η διατήρησή τους σε μια «υγιή» συναισθηματική, πνευματική ή ακόμη και φυσική απόσταση από τον «λαό», ενώ παραλλήλως δημιουργούν μια «υγιειονομική ζώνη» κατά του λεγόμενου «λαϊκισμού».

Οι νέες ελίτ «διακυβερνούν» εξ αποστάσεως, εκτός του πολιτικού συστήματος, χωρίς να υπακούουν σε μηχανισμούς δημοκρατικού ελέγχου, ενώ προωθούν το σχέδιο της πολυπολιτισμικότητος, της «συμμετοχικής δημοκρατίας» και της μεταδημοκρατίας. Γενικώς επιβάλλουν την θέλησή τους δίχως να λογαριάζουν την γνώμη των μαζών, με την αδιαφορία που χαρακτηρίζει τους «πεφωτισμένους τύραννους». Αφού επινοηθεί και διαμορφωθεί στα πανεπιστήμια, αφού διαδοθεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αφού καθιερωθεί ως δόγμα από την «κοινωνία των πολιτών» και αφού επεβλήθη από τους δικαστές, ο μεταμοντερνισμός –τόσο στην προοδευτική όσο και στην αριστερή του εκδοχή- είναι η «απόλυτη ιδεολογία» που διαπερνά όλη την διάρθρωση της εξουσίας, η οποία επιβάλει τον κυρίαρχο λόγο και μετατρέπει την πραγματικότητα σε «αφήγηση».